Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Αμέσως
μετά το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι οφείλει να παραιτηθεί ο Τόμας
Μπαχ από Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ). Είναι ο κύριος υπεύθυνος για το φιάσκο της τελετής έναρξης.
Μπορεί οι Γάλλοι θεωρητικοί του μηδενισμού και του ηδονισμού, με επικεφαλής τον
καθηγητή Μπουσερόν, να κατασκεύασαν το προσβλητικό για την ανθρώπινη
αξιοπρέπεια και το ολυμπιακό ιδεώδες σενάριο της και ο ιδίων φρονημάτων σκηνοθέτης
Τομά Ζολύ να το σκηνοθέτησε, αλλά ο κ. Μπαχ ενέκρινε και ενθάρρυνε την
πραγματοποίηση της συγκεκριμένης τελετής.
Σε
συνέντευξη του στην γαλλική εφημερίδα «Le Figaro»,
στις 17 Απριλίου 2024 (σελ. 40), ο κ. Μπαχ τόνισε, μεταξύ άλλων: «Οι αγώνες στο
Παρίσι είναι ευθυγραμμισμένοι προς την ατζέντα της Διεθνούς Ολυμπιακής
Επιτροπής. Με την Γαλλική Ολυμπιακή Επιτροπή έχουμε στενή και πολύ καρποφόρα
συνεργασία. Διότι έχουμε την ίδια βάση, τον ίδιο τρόπο του σκέπτεσθαι. Και
γνωρίζουμε πού θέλουμε να πάμε μαζί…Σε κάθε στάδιο της προετοιμασίας και για κάθε μία από τις
προκλήσεις είχαμε πλήρη πληροφόρηση…». Ο κ. Μπαχ ήταν λοιπόν πλήρως ενήμερος
για την τελετή έναρξης και για τα όσα υπήρχαν σε αυτήν και όχι μόνο τα
ενέκρινε, αλλά και τα χαρακτήρισε «λαμπρή ιδέα» (brillante idee).
Η
εκ μέρους του Προέδρου της ΔΟΕ έγκριση του ανοσιουργήματος σε βάρος του
Ολυμπιακού ιδεώδους, κατά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι,
τον θέτει ηθικά εκτός ολυμπιακού
κινήματος. Δεν είναι δυνατόν να υποστηρίξει πλέον πειστικά ότι ο ίδιος και όλα
τα μέλη της ΔΟΕ είναι «οι θεματοφύλακες των Ολυμπιακών Αγώνων και ηγέτες του
Ολυμπιακού κινήματος». Δεν είναι δυνατόν να παραμένουν στη θέση τους ο Πρόεδρος
και τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΟΕ ως «ελεγκτές της τηρήσεως του
Ολυμπιακού Χάρτη».
Κατά
την ΔΟΕ τρεις είναι οι βασικές αξίες του ολυμπισμού: η υπεροχή, ο σεβασμός και
η φιλία. Η υπεροχή, είναι η ενθάρρυνση των αθλητών και όλων των ανθρώπων
να προσφέρουν στον εαυτό τους και στους άλλους το κάλλιστο και το μέγιστο
δυνατόν. Ο σεβασμός αφορά στους αθλητές, παράγοντες, φιλάθλους, που
πρέπει να σέβονται πρώτα τον εαυτό τους και στη συνέχεια τους κανόνες του
ολυμπισμού, τους αντιπάλους στον αγώνα και γενικά το κοινό. Και η φιλία
είναι κάτι το σημαντικό αφού κάθε τέσσερα χρόνια βρίσκονται σε κοινό χώρο και
καλλιεργείται η σχέση μεταξύ αθλητών και παραγόντων από 200 περίπου χώρες. Στους
αγώνες καθ’ εαυτούς, έως την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, υπήρξαν
προβλήματα που δεν είχαν σχέση με τις αρχές των αγώνων αυτών. Όμως η τελετή
ενάρξεως δίχασε την ανθρωπότητα, γιατί οι διοργανωτές της δεν τήρησαν τις αρχές
του Ολυμπισμού. Μια ξεκομμένη από την γαλλική κοινωνία ελίτ διανοουμένων
συγκεκριμένης ιδεολογίας, με τη συμπαράσταση του κ. Μπαχ και των μελών τη
ΔΟΕ, καθώς επίσης με την υποστήριξη πολιτικών
και επιχειρηματιών, προέβαλε τις ιδέες της, που, φυσικά, ουδεμία σχέση έχουν με
το «το αθάνατο αρχαίο πνεύμα, του μεγάλου, του ωραίου και τ΄ αληθινού».
Το
Ολυμπιακό κίνημα, όπως γενικά ο δυτικός πολιτισμός, είναι σε παρακμή. Κατά τη διάρκεια των 130
ετών που υφίσταται ο σύγχρονος Ολυμπισμός υπήρξαν σκάνδαλα και πολιτικές –
ιδεολογικές προπαγάνδες που έχουν πλήξει τον θεσμό, αλλά έως τους φετινούς
Ολυμπιακούς Αγώνες, διατηρεί το μεγαλείο του, γιατί τον έχει ανάγκη η
ανθρωπότητα. Όμως αν η παρακμιακή κατάσταση, που έντονα εμφανίστηκε στο Παρίσι,
συνεχιστεί τότε η ανθρωπότητα θα ξαναζήσει Ολυμπιακούς, όπως είχαν καταντήσει
επί Νέρωνος, ένα τσίρκο.
Απίθανες απόψεις που διατυπώνονται από
ημιμαθείς προπαγανδιστές υπέρ της τελετής παίρνουν απαντήσεις από τον ίδιο τον
σκηνοθέτη της Ζολύ. Ναι μεν αρνείται ότι θέλησε να διακωμωδήσει τον Μυστικό
Δείπνο (Σημ. Αλίμονο να το παραδεχόταν…), αλλά ομολογεί ότι πρόβαλε τον Διόνυσο
– που δεν είχε καμία σχέση με τους Ολυμπιακούς αγώνες – «ως θεό του γλεντιού
και του κρασιού που συμμετέχει σε μεγάλη ειδωλολατρική εορτή συνδεδεμένη με
τους θεούς του Ολύμπου». Σημειώνεται ότι χαρακτηριστικό των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν
ο θρησκευτικός τους χαρακτήρας, η άκρα ευλάβεια προς τον Δία και τον Ηρακλή και
η λιτότητα και απλότητα στο ύφος και στο ήθος.
Το
Ολυμπιακό ιδεώδες δέχθηκε το πρώτο πλήγμα στην αξιοπιστία του το 1936, στους
Ολυμπιακούς του Βερολίνου. Η Ναζιστική Γερμανία εκμεταλλεύτηκε τους Αγώνες για
την προπαγάνδα της. Ο ισχυρός παράγων
της ΔΟΕ και μετά Πρόεδρός της Αμερικανός Έϊβερι Μπραντέϊτζ, ως πρόεδρος της Ολυμπιακής
Επιτροπής των ΗΠΑ, «επείσθη» να μετάσχει
η χώρα του σε εκείνους του Ολυμπιακούς, παρά το ότι το ναζιστικό καθεστώς είχε
αρχίσει το ολοκαύτωμα εναντίον των Εβραίων.
Άλλα μελανά σημεία στην πορεία των
Ολυμπιακών Αγώνων είναι η διοργάνωση των
Αγώνων από ολοκληρωτικά καθεστώτα, που δεν σέβονταν και δεν σέβονται καθόλου τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η
Σοβιετική Ένωση και η Κίνα, και η γενικά η μόλυνσή τους από την γεωπολιτική.
Επίσης η εμπορευματοποίησή τους είναι μία γάγγραινα, που κατατρώγει το
ολυμπιακό ιδεώδες. Τώρα, εν ονόματι του «δικαιωματισμού», ο μηδενισμός και ο
ηδονισμός επελαύνουν και κακοποιούν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πινδάρου και στη
σύγχρονη εποχή, των Κουμπερτέν και Βικέλα.
Στην προκύψασα κατάσταση οφείλει να αντιδράσει ο κ. Σπύρος Καπράλος, παλιός πολίστας και τώρα πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής και μέλος της ΔΟΕ, καθώς και ο κ. Ισίδωρος Κούβελος, Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας. Και οι δύο έχουν αυξημένες ηθικές και ουσιαστικές ευθύνες για την διατήρηση και διάδοση των ιδεωδών και των αρχών του Ολυμπιακού Κινήματος. Για την δημιουργία και διατήρηση αυτού ο Πιερ ντε Κουμπερτέν, που το 1927 παραβρέθηκε στην Ολυμπία και στα αποκαλυπτήρια αναμνηστικής στήλης στην οποία αναφέρονται οι ενέργειές του για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, έγραψε για την ανάγκη δημιουργίας Κέντρου Ολυμπιακών Μελετών: «Πιστεύω ότι αυτό το Κέντρο θα βοηθήσει στη διατήρηση και ανάπτυξη του έργου μου περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο και θα το κρατήσει μακριά από εσφαλμένες ατραπούς που με φοβίζουν». Οι φόβοι του ντε Κουμπερτέν αποδεικνύονται δικαιολογημένοι. Θα είναι οδυνηρό για το μέλλον του Ολυμπισμού αν ουδεμία αντίδραση υπάρξει από τους αρμοδίους για τα όσα συνέβησαν στο Παρίσι. Για την κατάντια των Ολυμπιακών Αγώνων θα έπρεπε να αισθάνεται ευαίσθητη και η πολιτική και η πολιτειακή ηγεσία του τόπου, αλλά μετά από τα όσα συνέβησαν προσφάτως και από ό,τι έδειξε η παρουσία του πρωθυπουργού στο Παρίσι κατά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτε από αυτές.