Του Σταύρου Μαρμαρινού
Είδε συγχωριανούς του, που τους κρέμασαν στους
φανοστάτες της πλατείας της Καλαμάτας. Είδε και δύο Γερμανούς ναζί που ήταν
έτοιμοι να πυροβολήσουν τον πατέρα του ο οποίος με τα χέρια ψηλά υπάκουε στις
διαταγές τους μέσα στο σπίτι τους δίπλα στην κατατρομαγμένη μητέρα του. Αυτός
ήταν πολύ μικρός, αλλά τα είδε όλα με τα παιδικά του μάτια και οι εφιαλτικές
εκείνες εικόνες δεν έφυγαν ποτέ από τη σκέψη του.
Θυμάμαι την ιστορία του Παναγιώτη
Μιχαλέα, όπως ο ίδιος μου την είχε διηγηθεί.
Τα χρόνια πέρασαν. Ο μικρός Παναγιώτης μεγάλωσε,
υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό, ως εκπαιδευτής, εργάστηκε σκληρά στον Καναδά,
πριν εγκατασταθεί και ριζώσει στις ΗΠΑ, όπου έγινε πολύ γνωστός διακοσμητής
εσωτερικών χώρων με πάμπλουτους πελάτες στην καρδιά του Μανχάταν. Έργα του
διακόσμησαν πολλά πολυτελή σπίτια στη φημισμένη Παρκ Αβενιου. Μεταξύ άλλων,
έφτιαξε το λίβινγκ ρουμ της διάσημης
ηθοποιού του κινηματογράφου, Σοφίας Λόρεν, στο Hampshire House, στη νότια
πλευρά του Σέντραλ Παρκ. Ιδρυσε, εξάλλου, αρκετές ομογενειακές οργανώσεις, ενώ
υπήρξε βασικό στέλεχος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Μείζονος Ν. Υόρκης.
Θυμάμαι πόσες φορές διέκοπτε με λυγμό στη φωνή τις
παιδικές του αναμνήσεις από τα δύσκολα χρόνια της ναζιστικής κατοχής και του
Εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε.
Μια από τις μαύρες εκείνες μέρες, η μητέρα του είδε
συγκεντρωμένο πολύ κόσμο στην πλατεία και θα πήγαινε να δει τι συνέβαινε.
«Θέλαμε να πάμε μαζί της και εγώ και η αδελφή μου, που κλαίγαμε, αλλά δεν μας
άφησε», μου είχε πει ο Παναγιώτης Μιχαλέας. «Μας κλείδωσε μέσα και μάλιστα, για
να μη βγούμε έξω, μας είχε αλείψει και με πετρέλαιο, επειδή είχαμε πιάσει
κόνιδα δηλαδή αυγά της ψείρας στα μαλλιά. Αλλά, όταν έφυγε η μάνα μου, κατάφερα
και άνοιξα τους σύρτες της πόρτας και έτσι πήγαμε με την αδελφή μου στην πλατεία.
Ανέβηκα στα κάγκελα της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου ήταν μέχρι τότε το γερμανικό
φρουραρχείο. Τα είδα όλα με τους κρεμασμένους και δεν θα τα ξεχάσω ποτέ». Είχε
δει τον τότε νομάρχη Καλαμάτας που μαζί με άλλους τριάντα είχαν κρεμάσει σε
φανοστάτες της πλατείας.
Ήταν πέντε χρονών ο Παναγιώτης Μιχαλέας όταν οι
Γερμανοί είχαν καταλάβει την Καλαμάτα. Το σπίτι που έμεναν ήταν στο κέντρο
περίπου της πόλης.
Μια από τις μέρες εκείνες μπήκε καθυστερημένος,
τρέχοντας στο σπίτι τους ο πατέρας του, φωνάζοντας στη μητέρα του, ότι οι
Γερμανοί είναι εκεί κοντά. Πλησίαζε μια γερμανική περίπολος που ερχόταν από το
Φρουραρχείο, με μοτοσικλέτες.
Μέχρι να πάει στο μπαλκόνι η μητέρα του μικρού
Παναγιώτη για να δει προσεκτικά το δρόμο, οι Γερμανοί είχαν φθάσει ακριβώς από
κάτω. Ο ίδιος και η αδελφή του άρχισαν να τρέμουν από το φόβο. Οι Γερμανοί
ανέβηκαν στο σπίτι, γιατί βλέποντας τον πατέρα του να τρέχει και να μπαίνει
μέσα, νόμιζαν ότι είναι κάποιος αντάρτης, κομμουνιστής, ή κάποιος άλλος
ύποπτος. Αμέσως, τον απείλησαν ακουμπώντας ο ένας το αυτόματο όπλο του στην
πλάτη του, ενώ ένας άλλος, που πρέπει να ήταν ο αξιωματικός τους, του σημάδευε
το στήθος με το περίστροφό του. Τον διέταξε να ανοίξει όλες τις πόρτες και όλα
τα ντουλάπια για να δουν τι υπάρχει μέσα.
«Ο πατέρας μου
είχε σηκώσει ψηλά τα χέρια του και ψέλλιζε με σπασμένα γερμανικά, ότι
δεν είναι κομμουνιστής», μου είχε διηγηθεί ο Παναγιώτης Μιχαλέας. «Η πόρτα του
σαλονιού είχε δυσκολία να ανοίξει και ο πατέρας μου κατέβασε τα χέρια για να
την ανοίξει ο ίδιος. Αλλά, ο Γερμανός πίσω έβαλε τις φωνές και τον έσπρωξε
δυνατά με το αυτόματο όπλα του στην πλάτη, να μην κάνει τίποτε και να ανεβάσει
και πάλι ψηλά τα χέρια. Είχε νομίσει ότι ο πατέρας μου θα έπαιρνε το περίστροφο
από τα χέρια του άλλου Γερμανού. Ευτυχώς, που όταν άνοιξαν την πόρτα και μπήκαν
στο σαλόνι, είδαν μια φωτογραφία του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ ο οποίος είχε
παντρευτεί την κόρη του Κάιζερ της Γερμανίας, Σοφία. Οι Γερμανοί ναζί μόλις
είδαν τη φωτογραφία ηρέμησαν και είπαν ‘Γκουντ, γκουντ’».
Κατά τα χρόνια της ανάμιξής του στα ομογενειακά
κοινά, κυρίως στην Ομοσπονδία Ν. Υόρκης, ο Παναγιώτης Μιχαλέας έκανε πολλές
προσπάθειες να εξαλειφθούν οι λεγόμενες «σφραγίδες-σωματεία», που αλλοίωσαν για
χρόνια τους σχεδιασμούς της οργάνωσης και τη βούληση της παροικίας. Για πολλά
χρόνια αποτέλεσαν πεδίο αντιπαραθέσεων στους κόλπους της Ομοσπονδίας. Και
θυμάμαι τι συνήθιζε να λέει: «Δεν είναι σωστό να ενδιαφέρεται η εκάστοτε
διοίκηση της Ομοσπονδίας, πώς θα γράψει μέσα ψηφάκια, για να εξασφαλίσει και την
επόμενη θητεία. Αναγκάζεται έτσι να φτιάχνει συλλόγους-σφραγίδες, δηλαδή
ψόφιους συλλόγους. Και οι ίδιοι οι σύλλογοι, γιατί πέθαναν; Γιατί, κάνουν το ίδιο πράγμα».
Πηγή – πληροφορίες: https://www.ekirikas.com
Αναδημοσίευση:
Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «αναδημοσίευση» είναι επιλογές από το διαδίκτυο και από διάφορες
ενημερωτικές πλατφόρμες ή από κείμενα που υπάρχουν στην παγκόσμια βιβλιογραφία.
Η αναδημοσίευση τους στην έγκυρη ανεξάρτητη ενημερωτική
σελίδα μας δεν σημαίνει απαραίτητα την αποδοχή των όσων αναφέρονται, αλλά και
ούτε ότι συμφωνούμε στις απόψεις που εμπεριέχονται ή εκφράζονται στα κείμενα
που προβάλουμε με ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό, αλλά είμαστε πάντα και
παραμένουμε πιστοί και εκφραστές της πασίγνωστης φράσης του Voltaire,
(1694-1778 Γάλλος φιλόσοφος & συγγραφέας) «Διαφωνώ με αυτό που λες,
αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες». Γιατί
εμείς ως η ανεξάρτητη μοναδική έγκυρη ενημερωτική σελίδα έχουμε πάντα τον
πλουραλισμό στην ενημέρωση, αφού όταν η ενημέρωση πιάνει τόπο, τότε έχει έναν
και μοναδικό τόπο το «ΠΛΑΤΥ-ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ-ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ».