Του, Βασιλείου Δημ. Γεωργιόπουλου*
Πριν από
μερικές ημέρες κατά τη διάρκεια του Ψυχοσάββατου του Ρουσαλιού, είχαμε την μέγιστη
ευλογία να επισκεφτούμε την Ήπειρο και τα Ιωάννινα, όπου εκεί μνημονεύσαμε τους
προγόνους μας που πολέμησαν για την λευτεριά της πατρίδας μας είτε στην μάχη
για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων στο Μπιζάνι είτε στο Ελληνοϊταλικό πόλεμο
του έπους του 1940.
Δεν
θα μπορούσε διαφορετικά να μην ολοκληρωθεί αυτή η επίσκεψή μας και περιήγηση
στην πανέμορφη Ήπειρο από μια επίσκεψη στην πανέμορφη και ευλογημένη αγιοτόκος Κόνιτσα
και ιδιαίτερα στην πατρική οικία του νέου Αγίου της εκκλησίας μας του Αγίου Παϊσίου
του Αγιορείτου.
Οι
εικόνες θα αποτελέσουν μια σπουδαία αφηγηματική εμπειρία και περιήγηση και θα σας
μεταφέρουν την αγιοσύνη και ευλογία ενός σπουδαίου σύγχρονου Αγίου.
Κόνιτσα: Στη Σεπτή Οικία του Αγίου Παϊσίου.
H οικογένεια του
Αγίου Παισίου μετά από περιπλάνηση περίπου 1,5 χρόνου εγκαταστάθηκε στην ακριτική
Κόνιτσα από όταν ήρθαν από τη Μικρά Ασία το 1924.
Ο Γέροντας γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας και
ήρθε στην Ελλάδα 40 ημερών παιδί ,βαφτισμένος από τον Άγιο Αρσένιο τον
Καππαδόκη ο οποίος έδωσε και το όνομά του για να αφήσει έναν καλόγερο στη θέση
του.
Το σπίτι που εγκαταστάθηκε η οικογένεια του Αγίου
ήταν ανταλλάξιμο και τους παραχωρήθηκε καθώς ήταν πολυμελής οικογένεια .
Μπαίνοντας στο Σπίτι συναντάμε μία εικόνα του Αγίου
Παϊσίου ,ο οποίος πήρε το όνομά του από τον Παϊσιο Β που ήταν μητροπολίτης
Καισαρείας στην Καππαδοκία .
Στο Σπίτι του οι πιστοί έχουν τη
δυνατότητα να δουν μεταξύ άλλων και την πρώτη φωτογραφία του όταν εκάρη μοναχός
στο Άγιο Όρος την οποία έστειλε στη μητέρα του ,γράφοντάς της πως πλέον θα έχει
μητέρα την Παναγία .
Τη συνόδευε με ένα ποίημα :
"Μανούλα μου σε χαιρετώ, εγώ πάω να
μονάσω φεύγω την μάταιαν ζωήν ,τον πλάνον να γελάσω .
Στη μοναξιάν ,στην έρημον ,τα νιάτα να
περάσω δια την αγάπη του Χριστού ,όλα θα τα θυσιάσω .
Όλα του κόσμου τα αγαθά σαν σκύβαλλα θα
αφήσω ,να εκτελέσω την πρώτην εντολήν
Με τον Σταυρόν στον Γολγοθάν τον Ιησούν
να ακολουθήσω και εις την Άνω Ιερουσαλήμ ,εύχομαι να σε συναντήσω.
Φεύγω από την μεγάλην σου στοργή
,μανούλα μου να μπορέσω ,δια να ήμεθα
αιώνια μαζί ,τον Ιησούν θα παρακαλέσω .
Δι'αυτό
μικρός εθέλησα τα μαύρα δια να
φορέσω ,να αφιερωθώ εις τον Χριστόν ,του Θεού να αρέσω.
Και δια
μητέρα εις το εξής ,θα έχω την Παναγίαν ,να με φυλάξει αβλαβή ,απ' του
εχθρού την πανουργίαν.
Μάννα μου με κατάνυξιν ,στην έρημον εδώ
στην ησυχίαν ,θα εύχομαι πάντα διά εσέ
και δι΄όλην την πολιτείαν ."
Σημειώνεται ότι ο Άγιος ονομάστηκε πρώτα Αμβέρκιος και μετά Παΐσιος.
Στην Οικία του
υπάρχουν και τα βιβλία που διάβαζε ο Γέροντας ,ξυλόγλυπτα στον τόρνο καθώς και
κάρτες που έφτιαχνε ο ίδιος με αποξηραμένα φυτά και μέσα από αυτές έστελνε το
μήνυμα να έχουμε πάντοτε μέσα μας πασχαλιάτικη χαρά!
Ο Γέροντας
όσο ήταν μικρό παιδί πάντοτε συγκέντρωνε τους Βίους των Αγίων. Όταν
γύριζε από το σχολείο διάβαζε πρώτα Βίους Αγίων και μετά τα μαθήματά του. Προσπαθούσε
να μιμηθεί τους βίους των Αγίων .
Στο σπίτι υπάρχει και μία οικογενειακή φωτογραφία. Σημειώνεται
ότι ο Γέροντας είχε 8 αδέρφια στη ζωή ,4 αγόρια και 4 κορίτσια.
Στην Οικία του υπάρχει και ένα μαγκάλι που ίδιος
είχε φτιάξει για να ζεσταίνεται τον χειμώνα η οικογένεια αλλά και πολλά χειροποίητα
ξυλόγλυπτα .
Διασώζεται ακόμα ένα ρολόι που είχε κάνει δώρο στην
αδερφή του Χριστίνα όσο εργαζόταν σαν ξυλουργός .
Όταν ήταν στο Στόμιο είχε πάρει άδεια από την
Αστυνομία και είχε τοποθετήσει 7 κουμπαράδες σε διαφορετικά σημεία και είχε
ορίσει μία επιτροπή για να διαχειρίζεται τα χρήματα .Όταν συγκεντρωνόταν ένα
ποσό η επιτροπή όριζε που έπρεπε να δοθούν ενημερώνοντας πάντα τον Γέροντα .
Στην Οικία του υπάρχουν και φωτογραφίες από το
Στόμιο .Όταν ο Γέροντας πήγε στην εν λόγω Ιερά Μονή το 1958 ,την ανακαίνισε
αφού είχε καεί από τους Γερμανούς.
Οι εργάτες κυρίως ήταν εθελοντές .
Αξίζει να σημειωθεί πως όταν έριξαν την πλάκα είχε τελειώσει το τσιμέντο .Οι εργάτες είπαν
στον Γέροντα πως δεν μπορούσαν να συνεχίσουν αφού χρειάζονταν 2 ώρες να πάνε
στην Κόνιτσα και άλλες 2 για να επιστρέψουν .
Ο Γέροντας τους είπε να συνεχίσουν πήγε ο ίδιος και
προσευχήθηκε στην Παναγία και το τσιμέντο και έφτασε και περίσσεψε.
Στο σπίτι του οι επισκέπτες θα δουν και προσωπικά
του αντικείμενα αλλά και αντικείμενα που χρησιμοποιούσε η μητέρα του καθώς και ένα
βιβλίο με τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων της οικογένειας Εζνεπίδη .
Όταν ο Γέροντας ήταν στο Σινά ,τα εργόχειρα που
έφτιαχνε τα έδινε στα μοναστήρια να τα πουλήσουν και τα χρήματα που
συγκεντρώνονταν τα έδινε στους Βεδουίνους
και εκείνοι από ευχαρίστηση χάρισαν στον Γέροντα μικρά πορτοφολάκια
φτιαγμένα από χάντρες ,τα οποία διασώζονται και υπάρχουν στο σπίτι του στην
Κόνιτσα.
Το εικονοστάσι φτιαγμένο από τον Γέροντα στέκει στο
ίδιο ακριβώς σημείο που το είχε τοποθετήσει στο σπίτι Του ο ίδιος .
Στο Εξωκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας που βρίσκεται
απέναντι από το σπίτι του ο Άγιος Παΐσιος σαν παιδί πήγαινε και προσευχόταν .
Σε ηλικία 15 ετών μετά από κάποιες αμφιβολίες που
του έβαλαν σχετικά με την ύπαρξη του Θεού πήγε εκεί για να προσευχηθεί .Εκεί
είχε την πρώτη του θεοπτία ,αφού εμφανίστηκε ο Ιησούς Χριστός .
Άγιος Παΐσιος
Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (κατά κόσμον Αρσένιος
Εζνεπίδης, Φάρασα, Τουρκία, 25 Ιουλίου 1924 – Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του
Θεολόγου στη Σουρωτή - Βασιλικά Θεσσαλονίκης, 12 Ιουλίου 1994) ήταν Έλληνας
Καππαδόκης μοναχός του 20ού αιώνα που έγινε ευρέως γνωστός για τον μοναστικό
του βίο και το έργο του. Η κατάταξή του ως Αγίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας
πραγματοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 13
Ιανουαρίου 2015 και η μνήμη του γιορτάζεται στις 12 Ιουλίου, ημερομηνία
κοιμήσεώς του.
Το 2017,
ανακηρύχθηκε προστάτης άγιος του στρατιωτικού όπλου των Διαβιβάσεων, με απόφαση
της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Βιογραφία
Παιδική ηλικία
Γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου του 1924 στα Φάρασα της
Καππαδοκίας και ήταν γιος του Προδρόμου και της Ευλογίας-Ευλαμπίας Εζνεπίδη.
Είχε άλλα εννιά αδέρφια: την Αικατερίνη, τη Σωτηρία, τη Ζωή, τη Μαρία, τον
Ραφαήλ, την Αμαλία, τον Χαράλαμπο που είχαν γεννηθεί στα Φάρασα, ενώ η Χριστίνα
και ο Λουκάς γεννήθηκαν στην Κόνιτσα όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένεια του
Παΐσιου από το 1927. Ο πατέρας του ήταν πρόεδρος του χωριού. Στις 7 Αυγούστου
του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, βαφτίστηκε από
τον ιερέα της ενορίας Αρσένιο, τον οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνώρισε ως άγιο
το 1986. Ο Αρσένιος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει
καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πρόσφυγας κατά την ανταλλαγή πληθυσμών
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε
Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, λόγω της
ελληνοτουρκικής ανταλλαγής πληθυσμών, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων,
έφτασε στο λιμανάκι του Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου στον Πειραιά. Στη συνέχεια
μετέβη στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο, για ενάμιση
χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα,
όπου ολοκλήρωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ
και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο
σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον
μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του
έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».
Εφηβικά χρόνια και στρατιωτική θητεία
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στον
στρατό, ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελλόταν να
κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος, συμμεριζόμενος τη θλίψη της οικογένειας,
αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα.
Το 1948 ο Αρσένιος υπηρέτησε στον στρατό με την
ειδικότητα του ασυρματιστή κατά τον εμφύλιο πόλεμο. Γι' αυτό και πολλές
εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Γέροντα τον αναφέρουν ως «Ασυρματιστή του
Θεού». Μάλιστα, ο Γέροντας φέροντας ως παράδειγμα την κατά τη στρατιωτική του
θητεία αυτή ιδιότητα, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της
μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού», εννοώντας τη θερμή
τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Απολύθηκε από
τον στρατό το 1949.
Τα πρώτα χρόνια του μοναστικού βίου
Ο Αρσένιος εισήλθε πρώτη φορά στο Άγιο Όρος για να
μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από τον στρατό. Όμως επέστρεψε στα
κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του, έτσι
το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Αρχικά κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμωνος,
στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί γνώρισε τον πατέρα Κύριλλο που ήταν
Καθηγούμενος στη Μονή και τον ακολούθησε πιστά.
Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε
στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί, στις 27 Μαρτίου 1954, τελέσθηκε η τελετή της
«ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί, αμέσως
ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε
για τους αδελφούς του, την πιστή υπακοή στον γέροντά του, την ταπεινοφροσύνη
του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν
έντονα. Ανάμεσα στα αγαπημένα του αναγνώσματα ήταν οι ρήσεις των Πατέρων της ερήμου
και ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
Λίγο αργότερα, αναχώρησε από τη μονή Εσφιγμένου και
κατευθύνθηκε προς τη Μονή Φιλοθέου, που ήταν ιδιόρρυθμο μοναστήρι, όπου μόναζε
και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με το γέροντα Συμεών ήταν καταλυτική
για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Στις 3
Μαρτίου 1957 χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν
τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», προς τιμήν του Μητροπολίτη Καισαρείας
Παϊσίου του Β', ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του από την Καππαδοκία.
Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο
Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους
αλλά περιελάβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με
φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με τον
λόγο του Ευαγγελίου. Επί τέσσερα έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της
Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την
προσφορά και τον χαρακτήρα του.
Στο Όρος Σινά
To 1962 πήγε στο Όρος Σινά, όπου παρέμεινε για δύο
χρόνια στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Έγινε ιδιαίτερα αγαπητός
στους Βεδουίνους, δίνοντάς τους τρόφιμα με χρήματα από την πώληση στους
προσκυνητές ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε ο ίδιος.
Επιστροφή στο Άγιο Όρος
Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος και έμεινε στη Σκήτη
Τιμίου Προδρόμου Ίβηρων. Την εποχή εκείνη ήταν υποτακτικός του Ρώσου μοναχού
Τύχωνα, μέχρι τον θάνατό του το 1968, μετά τον οποίο, ακολουθώντας την επιθυμία
του Τύχωνα, έμεινε στο κελί του για έντεκα χρόνια. Τον ίδιο χρόνο, συμβούλεψε
έναν από τους κοντινότερους μαθητές του, τον Βασίλειο Γοντικάκη, να γίνει
ηγούμενος για να βοηθήσει την ανακατασκευή της Ιεράς Πατριαρχικής και
Σταυροπηγιακής Μονής Σταυρονικήτα, που ήταν σημαντικό βήμα για την αναβίωση του
μοναχισμού στον Άθω. Ο Γέροντας Παΐσιος ευλαβείτο πολύ τον Γέροντά του, Τύχωνα,
και πάντα μιλούσε με συγκίνηση γι' αυτόν.
Ασθένεια και νοσηλεία στη Θεσσαλονίκη
Το Νοσοκομείο "Γεώργιος Παπανικολάου" της
Θεσσαλονίκης όπου νοσηλεύθηκε ο Άγιος Παΐσιος.
Το καλοκαίρι του 1965 ο Άγιος Παΐσιος γνωρίσθηκε με
τον συμπατριώτη του Μικρασιάτη Γέροντα Πολύκαρπο Μαντζάρογλου. Ο πατήρ
Πολύκαρπος ενεργοποίησε τα πνευματικά του παιδιά, γιατρούς και νοσοκόμες, ώστε
να εξετασθεί ο Άγιος Παΐσιος και να ακολουθήσει κατάλληλη περίθαλψη λόγω των
προβλημάτων υγείας που εμφάνισε. Οι ιατροί συνέστησαν χειρουργική επέμβαση λόγω
εκτεταμένης βρογχεκτασίας αριστερού πνεύμονος. Όμως ο άγιος παρακάλεσε τον π.
Πολύκαρπο να μην προχωρήσουν οι διαδικασίες για να επιστρέψει στο Άγιο Όρος.
Αργότερα ο άγιος Παΐσιος επανήλθε στη Θεσσαλονίκη για να συναντήσει εκ νέου τον
π. Πολύκαρπο Μαντζάρογλου, και να πραγματοποιηθεί η επέμβαση. Αυτή τη φορά ο
άγιος έδωσε τη σειρά του σε ένα άρρωστο παιδί το οποίο νοσηλευόταν στο
Νοσοκομείο "Γεώργιος Παπανικολάου" διότι είχε μέσα σε κάποιο βρόγχο
του ένα φυλλαράκι από πουρνάρι και αυτό το έκανε και υπέφερε. Έτσι η δική του
επέμβαση καθυστέρησε και πάλι.
Ο άγιος Παΐσιος εισήχθη μετέπειτα στο Νοσοκομείο
"Γεώργιος Παπανικολάου" της Θεσσαλονίκης και υποβλήθηκε σε εγχείρηση
μερικής αφαίρεσης πνεύμονα. Στο Νοσοκομείο χρειάσθηκε να παραμείνει περισσότερο
από δύο μήνες. Καθώς οι τομές ήταν εκτεταμένες, ο γιατρός υπέδειξε να βρίσκεται
στη Θεσσαλονίκη ένα μήνα ακόμη. Με μέριμνα του π. Πολυκάρπου βρέθηκε οικία στην
πόλη όπου φιλοξενήθηκε ο άγιος, μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο
Όρος.
Ο Άγιος Παΐσιος, όταν έβγαινε από το Άγιον Όρος για
λόγους υγείας φιλοξενούνταν στο Ησυχαστήριο της Μονής Σουρωτής και εκεί
συναντούσε τον πατέρα Πολύκαρπο Μαντζάρογλου, ο οποίος ήταν Πνευματικός του
Ησυχαστηρίου, και συζητούσαν ανταλλάσσοντας πνευματικές εμπειρίες. Η συμβολή
του Αγίου στον πνευματικό καταρτισμό των μοναζουσών ήταν πολύτιμη και έτσι ο
πατήρ Πολύκαρπος έφτιαξε ένα κελλάκι στο βουνό, για να μένει ο Άγιος Γέροντας
Παΐσιος όταν επισκεπτόταν το Ησυχαστήριο.
Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το
1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του
Υπατίου. Μετά μεταφέρθηκε στη Μονή Σταυρονικήτα όπου βοήθησε σημαντικά σε
χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Το 1979
αποχώρησε από τη σκήτη του Τιμίου Σταυρού και κατευθύνθηκε προς τη Μονή
Κουτλουμουσίου. Εκεί εντάχθηκε στη μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός
μοναχός. Η Παναγούδα ήταν ένα κελί εγκαταλελειμμένο και ο Παΐσιος εργάστηκε
σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το
τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού
τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές
σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι
επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως
έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για
διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του,
συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3
ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους
επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε
στους επισκέπτες σαν ευλογία.
Νέα προβλήματα υγείας
Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσα που είχε στο
κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη. Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπόμεινε καρτερικά την
ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια
μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, γνωστοί του γιατροί τον μετέφεραν στο
Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης Θεαγένειο, όπου και χειρουργήθηκε. Ο
Γέροντας συνέχισε, παρά την αντίθεση των γιατρών, τη σκληρή ασκητική ζωή και
τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση της
υγείας του.
Μετά το 1993 παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες
αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Τον
Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Άγιο Όρος και πήγε
στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή - Βασιλικά Θεσσαλονίκης
για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες
και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε
διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του
προς τον Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του
1994 χειρουργήθηκε.
Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε
μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο Γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία
του να επιστρέψει στο Άγιον Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η
δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.
Το τέλος της ζωής του
Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι
τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11
Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός
μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην
παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του.
Τελικά απεβίωσε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 και ώρα 11:00 σε ηλικία 69 ετών και
ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή - Βασιλικά Θεσσαλονίκης.
Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην
Εορτή του, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων
πιστών.
Θεολογία
Η θεολογία του Γέροντα π. Παϊσίου, συνοψιζόταν σε δυο
λέξειςː αγάπη και ταπείνωση, προτείνοντας το παράδειγμα του Θεανθρώπου Χριστού. Δίδασκε την πίστη στον Τριαδικό Θεό, την τιμή στη Θεοτόκο Μαρία και τους Αγίους, και το σεβασμό στη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας.
Προσεύχονταν μυστικά (Ματθ. 6,5-6) καθημερινά
νυχθημερόν στον Χριστό και την Παναγία πολλές ώρες, για όλο τον κόσμο, τους
ανθρώπους, ολόκληρη τη φυσική δημιουργία, υπέρ της Ειρήνης του σύμπαντος
κόσμου, προτιμώντας κάποιες φορές να προσεύχεται για τους απόντες από το να
ανοίγει την πόρτα της καλύβας του σε παρόντες επισκέπτες, ενώ απέφευγε κάθε
εντυπωσιασμό (Ματθ. 4, 5-10).
Όταν για ποιμαντικούς λόγους χρησιμοποιούσε το
προορατικό πνευματικό χάρισμα που του είχε χαρίσει ο Θεός, αποκαλύπτοντας κάτι
για να βοηθήσει κάποιον, του ζητούσε να μην το πει σε άλλους, (Λουκά 8, 52)
γιατί κάθε συμβουλευτικός του λόγος ταίριαζε εξατομικευμένα στο πρόσωπο που
είχε μπροστά του. Κάποιοι, δεν το τηρούσαν, κι αυτό τον στενοχωρούσε. Λυπόταν
όταν πληροφορούνταν ότι ορισμένοι παρέμεναν στην αποκάλυψη μιας σκέψης τους, ή
ενός προτέρου γεγονότος από τη ζωή τους, χωρίς να προχωρήσουν στο σκοπό (Ιω 5,
1-14) που είχε η αποκάλυψη, δηλαδή στην ταπείνωση, τη μετάνοια και την αλλαγή τρόπου ζωής.
Συχνά έλεγε σε επισκέπτες που του ανέφεραν προφορικά
ή γραπτά, λόγια, που υποτίθεται ότι είχε πει σε άλλους: "εγώ παιδί μου
αυτό δεν το έχω πει, πώς τα βγάζουν αυτά".
Μιλούσε εναντίον της θρησκοληψίας και της αναζήτησης
θαυμάτων, (Ιω 20,29) ενώ δίδασκε την αδιάλειπτη προσευχή , την εν ταπεινώσει
μίμηση της ζωής των αγίων και όχι απλά την επίκλησή τους προς το θεαθήναι.
Συνιστούσε την ενεργό συμμετοχή στο σώμα της εκκλησίας με αγάπη, προσευχή,
ταπείνωση, προσωπική πνευματική άσκηση και σεβασμό στο Συνοδικό Σύστημα της
Εκκλησίας, χωρίς επιδίωξη συμφερόντων, δύναμης ή επιρροής. Συνιστούσε να
υπάρχει θάρρος ομολογίας της πίστης με διάκριση και σύνεση στις πράξεις και
συμπεριφορές των πιστών, ώστε να μην δίνονται αφορμές για ευτελισμό (Α’ Κορ. 1,
17) της διδασκαλίας του Χριστού και της Εκκλησίας. Έλεγε συχνά στους επισκέπτες
του προσκυνητές, ότι "το μεγαλύτερο θαύμα είναι η ταπείνωση (Λουκ. 18, 10-14)
σύμφωνα με το παράδειγμα του Χριστού (Φιλιπ. 2,7) και η μετάνοια" (Ματθ.
4, 17).
Μιλούσε με λόγια απλά, με αγάπη, και βαθιά κατανόηση
του άλλου, κοιτάζοντας στα μάτια τον συνομιλητή του, με βλέμμα φωτεινό,
ειρηνικό και πρόσχαρο, προσφέροντάς του λουκουμάκι και δροσερό νερό, στο λιτό
"καθιστικό" από κούτσουρα κυπαρισσιού, έξω από το φτωχικό κελί του
στην "Παναγούδα" στις Καρυές Αγίου Όρους, το οποίο ανακαινίστηκε μετά
την κοίμησή του.
Συγγραφικό έργο
Ο Γέροντας Παΐσιος συνέγραψε 4 βιβλία, τα οποία έχουν
εκδοθεί από το Ιερό Ησυχαστήριο «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτής
Θεσσαλονίκης. Τα βιβλία αυτά τιτλοφορούνται:
Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1975)
Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης ο Αθωνίτης, 1809-1886 (1986)
Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα (1993)
Επιστολές (1994)
Αγιοκατάταξη
Στις 13 Ιανουαρίου 2015 συνήλθε η Αγία και Ιερά
Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και αποφάσισε την κατάταξη του μοναχού
Παϊσίου του Αγιορείτου στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στις 2 Νοεμβρίου
2017, ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, ανακηρύχθηκε προστάτης του όπλου των
Διαβιβάσεων στον Ελληνικό Στρατό. Ο πρώτος στην Ελλάδα ενοριακός ναός που είναι
αφιερωμένος στον Άγιο είναι εκείνος που βρίσκεται στη Νέα Έφεσο Πιερίας και
στην Κύπρο ο Ιερός Ναός Αγίων Παϊσίου Αγιορείτου και Αρσενίου Καππαδόκου στην
Εκάλη της Λεμεσού.
Προστάτης της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας
Τον Σεπτέμβριο του 2023, ο Άγιος Παΐσιος ανακηρύχθηκε
Προστάτης της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, με απόφαση του
Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, στο πλαίσιο της 12ης Κληρικολαϊκής Συνέλεύσης της
Αρχιεπισκοπής.
Υστεροφημία
Ήδη πριν από τον θάνατο του Αγίου Παΐσιου, είχε
αρχίσει να σχηματίζεται ένας μύθος γύρω από το όνομά του. Στη μοναστική
κοινότητα του Άθω κάποιοι παλαιότεροι μοναχοί και ζηλωτές, όπως εκείνοι της
Μονής Εσφιγμένου, του ασκούσαν κριτική. Σύμφωνα με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο
Παΐσιος ήταν ένας από τους υπεύθυνους για την αναβίωση του μοναχισμού στο Άγιο
Όρος, που βρισκόταν σε παρακμή ως τη δεκαετία του 1960.[34] Στην Ελλάδα και στο
Άγιο Όρος είναι γνωστός μαζί με τον Άγιο Πορφύριο ως θαυματουργός και
θεραπευτής.
Η θαυματολογία γύρω από τον γέροντα Παΐσιο έχει ως
αποτέλεσμα εκατοντάδες άτομα να επισκέπτονται καθημερινά τη Μονή Αγίου Ιωάννη
Θεολόγου στη Σουρωτή, η οποία είναι γνωστή και με το όνομά του, για να
προσκυνήσουν το μνήμα στο οποίο αναπαύεται. Κυκλοφορούν επίσης δεκάδες βιβλία
με διδασκαλίες του και προφητείες του ίδιου, που έχουν να κάνουν με διάφορα
θέματα, από το τέλος του κόσμου ως την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης και
αλβανικών εδαφών από την Ελλάδα, (συγκεκριμένα της Βορείου Ηπείρου) και τη
διάλυση της Τουρκίας καθώς και της Βόρειας Μακεδονίας. Το ενδιαφέρον για τον
Παΐσιο ενισχύθηκε ιδιαίτερα την περίοδο της ελληνικής οικονομικής κρίσης.
Ο άγιος τιμήθηκε με εκδηλώσεις και σε ορθόδοξους
οργανισμούς της Ρωσίας, και βιβλίο σχετικό με τη ζωή του μεταφράστηκε στα
ρωσικά.
Το 2016 δημιουργήθηκε ντοκιμαντέρ για τη ζωή του
Αγίου Παϊσίου από το POKROV Film Studio, το οποίο έχει έδρα τη Μόσχα, και το
Πατριαρχείο Μόσχας και πασών των Ρωσσιών. Οικονομικός αρωγός σε αυτήν την
προσπάθεια υπήρξε το Ομοσπονδιακό Πρακτορείο Τύπου και Μέσων Μαζικής
Ενημέρωσης, το οποίο υπάγεται στο υπουργείο Τηλεπικοινωνιών και ΜΜΕ της Ρωσικής
Ομοσπονδίας. Σε αυτό το ντοκιμαντέρ απαθανατίζονται επίσκοποι, μοναχοί και
λαϊκοί, να καταθέτουν τις εμπειρίες τους σχετικά με τον Άγιο Παΐσιο.
Το 2022 προβλήθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό Mega
Channel η ιστορική, βιογραφική σειρά με τον τίτλο «Άγιος Παΐσιος – Από τα
Φάρασα στον Ουρανό». Χαρακτηριστικό της υπήρξε η τεράστια υποδοχή από το
τηλεοπτικό κοινό, το πρώτο επεισόδιο της οποίας παρακολούθησαν 1.597.820
τηλεθεατές, ενώ το υψηλότερο ποσοστό που σημειώθηκε σε επιμέρους κατηγορία
κοινού άγγιξε το 40,6%. Στο δεύτερο επεισόδιο η απήχηση της σειράς αυξήθηκε σε
1.610.519 τηλεθεατές. Παρόμοια επιτυχία είχε και στην Κύπρο. όπου η σειρά
μεταδόθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha Κύπρου, το πρώτο επεισόδιο της
οποίας ξεπέρασε το 30% τηλεθέασης στο γενικό σύνολο, σημειώνοντας ποσοστό μέχρι
και 30,6%.
*Βιογραφικό:
Ο
Βασίλειος Γεωργιόπουλος του Δημητρίου και της Θεώνης, το γένος Πράσινου,
γεννήθηκε στο Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας στις 30 Μαρτίου 1977. Είναι παντρεμένος
με τη διαπρεπή Φιλόλογο Μαριάννα Γκρόγκου του Αδάμ και μαζί έχουν μια
ευτυχισμένη οικογένεια και διαμένουν στο Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας, που είναι
και τόπος της καταγωγής του και των προγόνων του.
Είναι
στρατιωτικός και έχει υπηρετήσει σε πάρα πολλές επιχειρησιακές Μονάδες, σε
ειρηνευτικές αποστολές και σε ιδιαίτερα απαιτητικές και υψηλές θέσεις, που του
έχουν ανατεθεί. Με υψηλό φρόνημα και επαγγελματισμό και πάντα ανταποκρινόμενος
με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο και γι’ αυτό έχει τιμηθεί με εύθυμες μνείες,
συγχαρητήρια, τιμητικά διπλώματα και μετάλλια.
Στον
ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με τη συγγραφή δοκιμίων και ιστορικών,
λογοτεχνικών βιβλίων, με την αρθρογραφία σε ενημερωτικές σελίδες και διάφορα
έντυπα, τόσο στον ηλεκτρονικό, όσο και στον έντυπο τύπο.
Ιδιαίτερη
αγάπη έχει για την πατρίδα μας, για την ιστορία, τα ήθη, τα έθιμα και τη
λαογραφία, για τη θρησκευτική ζωή και ιστορία, αλλά και για την βυζαντινή και
εκκλησιαστική μουσική, όπως και με τη συγγραφή διάφορων κειμένων, που
δημοσιεύονται και αναδημοσιεύονται σε πλήθος μέσων στην Ελλάδα, αλλά και στο
εξωτερικό.
Προσπαθεί
μέσα από την πένα του, τον πρωτοποριακό λόγο του και με τις διαχρονικές και
καινοτόμες ρηξικέλευθες ιδέες του, να αποτυπώσει και να δώσει ουσιαστικά και
πολύπλευρα μηνύματα για σεβασμό στις μεγάλες πανανθρώπινες αξίες, όπως η
ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η ανεξιθρησκία και η δημοκρατία, αλλά και
πίστη σε ιδανικά της αγάπης, της αλληλοβοηθείας, όπως έχει κηρύξει ο ορθόδοξος
χριστιανισμός, αφού ο σταυρός και ο ζωοποιός τάφος δείχνουν και φωτίζουν τον
δρόμο μας προς την ανάσταση.
Έχει
λάβει πάρα πολλές βραβεύσεις, πτυχία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και έχει
παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων, συνεδρίων, διαλέξεων, προγραμμάτων,
πιστοποιήσεων και επαγγελματικών καταρτίσεων της Ελλάδας και χωρών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ασχολείται
με την Φωτογραφία και συμμετέχει ενεργά σε επιστημονικά συνέδρια και σε
πολύπλευρες εκδηλώσεις.
Μέσα
από τις γονικές παρακαταθήκες και από τις διδαχές της ορθοδόξου πίστεως είναι
σταθερά και απαρέγκλιτα απέναντι σε κάθε αυθαιρεσία, καταστρατήγηση, παρανομία
και σε κάθε μορφή βίας, αδικίας, ατιμίας, ανομίας και θεωρώντας ότι μια
πολιτεία μπορεί να υπάρχει και να ζει όταν αποδέχεται τους νομούς «Dura lex,
sed lex». – Σκληρός νόμος, αλλά νόμος.
Βέβαια,
έχει ενσωματώσει και έχει κάνει βίωμα του την αξιοπρέπεια, την εντιμότητα, την
τιμιότητα, και την αλήθεια με στόχο την καλυτέρευση της κοινωνίας και της
αλλαγής της για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας και ιδιαιτέρως για τα παιδιά
μας.
Ιδιαίτερη
αγάπη και έντονο προβληματισμό έχει για το μέλλον της ιδιαίτερης πατρίδας του,
το ιστορικό Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας, και όχι μόνο, λόγω των συσσωρευμένων
προβλημάτων, που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια και γι’ αυτό δίνει
καθημερινό άοκνο αγώνα, προβάλλοντας τα προβλήματα, αλλά και δίνοντας λύσεις
που για πολλούς φαντάζουν επίπονες, αλλά είναι οι μοναδικές και ουσιώδεις, αλλά
όπως χαρακτηριστικά λέει «αν δεν σπάσεις αυγά ομελέτα δεν τρως».