Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Εδώ
και λίγες ημέρες η Μονή της Χώρας, στην Κωνσταντινούπολη λειτουργεί ως τζαμί με
απόφαση και εντολή του Προέδρου της γείτονος Ερντογάν. Ενεργώντας και σε αυτή
την μοναδική σε ιστορική και καλλιτεχνική αξία Εκκλησία ως βάρβαρος κατακτητής,
που εν ονόματι της ισχύος του έχει την άνεση να ασχημονεί σε βάρος της. Το ίδιο
έπραξε σε βάρος των ναών της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, της Αγίας
Σοφίας στην Τραπεζούντα, της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια.
Το
αξιοσημείωτο είναι ότι την αξία της Μονής της Χώρας, πέραν της ΟΥΝΕΣΚΟ, που την
αναγνώρισε ως προστατευόμενο μνημείο της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς,
έχουν αναγνωρίσει και οι ίδιοι οι Τούρκοι αρχαιολόγοι και έχουν επικροτήσει την
ανάδειξη των εξαιρετικών ψηφιδωτών και τοιχογραφιών της Μονής.
Ο ασχολούμενος με τον ελληνικό
πολιτισμό και την ελληνική ιστορία στην γειτονική χώρα Τούρκος συγγραφέας Φατίχ Σίμοκ (1946-) σημειώνει στο
βιβλίο του « Chora, mosaics and frescoes» (Έκδ. Yayinlari)
ότι πολλοί επιστήμονες συμφωνούν πως η Χώρα είναι «ένα από τα πολυτιμότερα, αν
όχι το πολυτιμότερο παράδειγμα της
ύστερης Βυζαντινής τέχνης που έφτασε έως εμάς». Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει την
άποψη του γεννημένου στην Κωνσταντινούπολη Αλεξάντερ Βαν Μίλινγκεν (1840-1915),
καθηγητού, μελετητή της Βυζαντινής
Αρχιτεκτονικής και Ιστορίας και υιού του Σκωτσέζου ιατρού του Σουλτάνου Τζούλιους Μάικλ
Μίλινγκεν και της Ελληνίδας Ζαφείρας Ράλλη. Αυτός έγραψε ότι τα ψηφιδωτά και οι
τοιχογραφίες της Μονής της Χώρας είναι μια αξιοσημείωτη αναβίωση στην ιστορία
της Βυζαντινής Τέχνης. Χαρακτηρίζονται από μία συγκριτική ελευθερία από την έως
τότε παράδοση, από μια γοητευτική και συμπαθητική ποιότητα και από ένα
συνδυασμό των χρωμάτων, που αποκαλύπτουν μια νέα πνευματικότητα».
Ο Τούρκος συγγραφέας Τσελίκ Γκιουλερσόι,
σε βιβλίο που εξέδωσε το 1978 για τη Μονή της Χώρας, σημειώνει πως τα ψηφιδωτά
και οι τοιχογραφίες της Μονής αποτελούν μια πιστή αντανάκλαση της βυζαντινής
αναγέννησης. Και προσθέτει: «Η τρυφερότητα των χρωμάτων, του ροζ, των γαλάζιων,
των πράσινων, και των χρυσών αποχρώσεων των κουστουμιών, αποτελεί απτή μαρτυρία
μιας υψηλού επιπέδου δημιουργικής λεπτότητας και γι’ αυτό έχει προκαλέσει τον
θαυμασμό των καλλιτεχνών και όλων των ιστορικών της Τέχνης. Αναμφισβήτητα στους
αυθεντικούς μεγάλους καλλιτέχνες της
Μονής της Χώρας, οφείλουμε αυτές τις λαμπρές δημιουργίες που είδαν το φως της
ημέρας λίγο πριν από την παρακμή του Βυζαντίου». Οι τοιχογραφίες και τα
ψηφιδωτά αποκαταστάθηκαν μεταξύ των ετών 1939 και 1948 από το Βυζαντινό
Ινστιτούτο των ΗΠΑ και με επιβλέποντα τον Paul A. Underwood, καθηγητή της Βυζαντινής Αρχιτεκτονικής και Αρχαιολογίας
του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Ήταν δύσκολη η εργασία να αποσπασθούν οι
ασβεστώσεις χωρίς να θιγούν τα αριστουργήματα που κάλυπταν.
Ο Τούρκος αρχαιολόγος και συντηρητής
αρχαιοτήτων Ιλχάν Ακσίτ στο βιβλίο του «Το Μουσείο της Χώρας – ψηφιδωτά και
τοιχογραφίες» περιγράφει αντικειμενικώς και λεπτομερώς την μακρά ιστορία και
την αξία των διασωθέντων αριστουργημάτων της Μονής της Χώρας. Η πρώτη Μονή
κατασκευάστηκε πλησίον του τείχους που κατασκεύασε ο Μέγας Κωνσταντίνος και
επεξέτεινε ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος. Τον Οκτώβριο του 557, επί αυτοκράτορος
Ιουστινιανού ισχυρότατος σεισμός κατέστρεψε τη Μονή και με φροντίδα του
αυτοκράτορα ξανακτίστηκε. Κατεστράφη πάλι το 843 και πάλι επισκευάσθηκε.
Η Μαρία, πεθερά του Αλεξίου Κομνηνού
(1081-1118) την εξωράισε, όπως και ο εγγονός της Ισαάκ Κομνηνός. Κατά την
περίοδο της λατινικής κατοχής η Μονή υπέστη από τους εισβολείς ζημίες, που
αποκαταστάθηκαν όταν η Βασιλεύουσα απελευθερώθηκε από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο.
Κατά την βασιλεία του Ανδρονίκου Β΄ Παλαιολόγου ο υπουργός των οικονομικών του
και λαμπρός επιστήμονας και λόγιος Θεόδωρος Μετοχίτης, που κατοικούσε πλησίον
της Μονής, ανέλαβε όλες τις δαπάνες για τις επισκευές και τον στολισμό της
Μονής με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες, καθώς και για την επέκτασή της. Επί
βασιλείας του διαδόχου του Ανδρονίκου Β΄, Ανδρονίκου Γ΄, ο Μετοχίτης έπεσε σε
δυσμένεια και εξορίστηκε. Όταν του δόθηκε χάρη και επέστρεψε στην
Κωνσταντινούπολη ήταν πτωχός και άρρωστος. Εκάρη μοναχός στη Μονή της Χώρας της
οποίας ήταν ευεργέτης και έμεινε σε αυτήν έως τον θάνατό του, το 1332. Κατά
επιθυμία του ετάφη μπροστά από την εσωτερική θύρα της Μονής και επί του τάφου
του στήθηκε μαρμάρινη πλάκα.Μετά την πτώση της Πόλης το μοναστήρι μετατράπηκε
σε τζαμί, το 1511 από τον Αλή Πασά, Μεγάλο Βεζύρη του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄, που προσέθεσε μιναρέ και κατέστρεψε
σχετικά μικρό μέρος του συνόλου των αριστουργημάτων στο εσωτερικό του. Μετά το
1930 μετατράπηκε σε Μουσείο.
Οι Τούρκοι αρχαιολόγοι, συντηρητές,
ιστορικοί, αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες τονίζουν την αξία της Μονής της Χώρας, ως
μνημείου πολιτισμικής κληρονομιάς παγκόσμιας εμβέλειας. Εκατομμύρια τουριστών
την έχουν επισκεφθεί και θαυμάσει τα αριστουργήματά της. Για τους Χριστιανούς
και μάλιστα τους Ορθοδόξους έχει μεγίστη αξία και η θεολογία που εκφράζεται μέσα
από τα έργα που περιλαμβάνει, όπως είναι η Ανάσταση.
Ο Πρόεδρος Ερντογάν αποφάσισε να την
μετατρέψει πάλι σε τζαμί, πηγαίνοντας πίσω μερικούς αιώνες. Το παράξενο είναι
ότι από μέρους των Ελλήνων, έως την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, υπάρχει
από μηδενική έως χλιαρή αντίδραση. Χάσαμε τη γνώση για την αξία της; Χάσαμε την
ευθύνη που έχομε ως νόμιμοι κληρονόμοι αυτής της κληρονομιάς; Φοβόμαστε τον
θυμό και την εκδικητικότητα του Τούρκου Προέδρου; Όποιος και αν είναι ο λόγος,
να γνωρίζουμε ότι οι βάρβαροι αντίπαλοι
ή και εχθροί αποθρασύνονται από την αβελτηρία μας, θεωρούν κερδισμένο το
συγκεκριμένο ανοσιούργημα και προχωρούν στο επόμενο. Αν λοιπόν δεν πούμε ένα
μέχρι τέλους και με όποιο κόστος «όχι», να περιμένουμε και άλλες χειρότερες
ενέργειες σε βάρος της χώρας μας και της Κύπρου.
Πιο συγκεκριμένα η άποψη του Κυρ.
Μητσοτάκη στην κατ΄ ιδίαν συνάντηση του με τον Πρόεδρο Ερντογάν να εκφράσει τη
δυσαρέσκειά του για τη μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί δείχνει αδυναμία,
η σιωπή του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου είναι άξια απορίας, γιατί κανονικά είναι
μια Ρωμέϊκη Μονή που έχει την ευθύνη της, και επίσης η σιωπή της ΟΥΝΕΣΚΟ
δείχνει την αδυναμία της να επιβάλλει την προστασία των προστατευόμενων από
αυτήν μνημείων. Αυτό φάνηκε και στην περίπτωση της μετατροπής σε τζαμί της
Αγίας Σοφίας, όταν τότε προέβη μεν σε δηλώσεις, που ήσαν όμως άσφαιρα πυρά για
τον πρόεδρο Ερντογάν.