ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ – ΕΙΔΗΣΕΙΣ – ΣΧΟΛΙΑ


Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

 

1.  Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου για τους ομοφυλόφιλους

Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος με τα όσα έγραψε περί των

ομοφυλόφιλων και του «γάμου» τους προκαλεί σύγχυση στο πλήρωμα της

Εκκλησίας. Συγκεκριμένα έγραψε: « Πάνω από όλα πρέπει να γίνει αντιληπτό

ότι δεν έχουμε απέναντί μας εχθρούς, αλλά μέλη της Εκκλησίας μας, τα

οποία έχουν τις δικές τους απόψεις, οι οποίες διαμορφώθηκαν με την

επίδραση φιλοσοφικών και κοινωνικών ρευμάτων και χρειάζονται ειδική

αντιμετώπιση. Δεν μπορούμε να διδάσκουμε ότι η Εκκλησία είναι πνευματικό

θεραπευτήριο, ότι ο Χριστός ήλθε στον κόσμο ως ιατρός και όχι ως

δικαστής και εμείς να ενεργούμε εισαγγελικά. Επομένως δεν έχουμε

απέναντί μας εχθρούς, αλλά μέλη με τις δικές τους απόψεις και μάλιστα

“εντός των πυλών”, δηλαδή μπορεί να είναι θεολόγοι και κληρικοί». Και

συνεχίζει: «Αυτό σημαίνει ότι είναι ανάγκη να μελετηθή από τα Συνοδικά

όργανα της Εκκλησίας το μεγάλο πρόβλημα της εκκοσμίκευσης…».

            Ο  Σεβασμιώτατος παλαιότερα σε ψήφισμα που εισήγαγε και

ομοφώνως εγκρίθηκε από τους ιερείς της Μητροπόλεως Ναυπάκτου υπογράμμισε

  το προφανές: «Η Εκκλησία δεν μπορεί να δεχθή άλλη μορφή γάμου και

οικογενείας, πολλώ δε μάλλον την μορφή γάμου των ομοφυλοφίλων, αφού η

Εκκλησία με την όλη αγωγή της, θεραπεύει τα πάθη και δεν τα καλύπτει,

ούτε τα εγκρίνει, διότι, πέραν των άλλων, με τη νομοθέτηση γάμου

ομοφυλοφίλων αλλάζει ριζικά το πνευματικό και πολιτιστικό πρότυπο της

οικογενείας».

Στο συγκεκριμένο ψήφισμα  ο Σεβασμιώτατος τονίζει ότι όσοι ομοφυλόφιλοι

προχωρούν μεταξύ τους σε «γάμο» παραβαίνουν τη διδασκαλία της Εκκλησίας.

Στην προαναφερθείσα  δήλωσή του όμως υποστηρίζει πρώτον ότι αυτοί ή

αυτές είναι μέλη της Εκκλησίας, με δικές τους απόψεις, τις οποίες

διαμόρφωσαν δια της επιδράσεως διαφόρων φιλοσοφικών κ.λ.π. ρευμάτων και

δεύτερον ότι αφού ο Χριστός ήρθε ως ιατρός και αφού η Εκκλησία δεν έχει

απέναντι Της εχθρούς, αλλά μέλη Της με τις δικές τους απόψεις και τέτοια

μπορεί να είναι θεολόγοι και κληρικοί, πρέπει να μελετήσει δια των

οργάνων Της το μεγάλο πρόβλημα της … εκκοσμίκευσης!

Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ τη σκέψη του Σεβασμιωτάτου. Αρνείται κανείς

ότι η Εκκλησία είναι ιατρός και όχι εισαγγελέας; Αρνείται κανείς ότι

βασική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι η αγάπη; Αρνείται κανείς ότι

όποιος βαπτίσθηκε είναι μέλος της Εκκλησίας; Αρνείται κανείς ότι η

Εκκλησία είναι πνευματικό θεραπευτήριο; Αλλά όλα αυτά τί σημαίνουν; Ότι

το όποιο μέλος της Εκκλησίας  μπορεί να αρνείται θεμελιώδεις κανόνες Της

και να τις επιβάλλει στο πλήρωμά Της; Ότι ο όποιος σύγχρονος Άρειος

ενεργεί διασπαστικά και υπονομευτικά σε βάρος Της, Αυτή δεν ενεργεί,

αλλά μελετά το πρόβλημα της …εκκοσμίκευσης; Κατά τον Σεβ. Ναυπάκτου

θεραπευτήριο σημαίνει μόνο χάπια για τον πονοκέφαλο και όχι εγχειρίσεις;

Και τί σημαίνει το γραφόμενο από τον Σεβ., πως  «δεν έχουμε απέναντί μας

εχθρούς, αλλά μέλη της Εκκλησίας με τις δικές τους απόψεις»; Τί πρέπει

να κάνει κάποιος, κατά τον Σεβ. Ναυπάκτου,  που έχει τις δικές του

απόψεις, για να χαρακτηριστεί «εχθρός της Εκκλησίας»; Δικές τους απόψεις

εξέφραζαν  και οι Άρειος, Μακεδόνιος, Νεστόριος, Ευτυχής, Σεβήρος κ.α.,

που ήσαν μέλη της Εκκλησίας,  αλλά ήσαν αιρέσεις, δηλαδή «πεπλανημένες

διδασκαλίες παρεκκλίνουσες από της γνησίας χριστιανικής πίστεως». Το

«εχθρός» είναι βαριά λέξη, όταν μάλιστα ο Κύριος μας διδάσκει να αγαπάμε

τους εχθρούς μας. Όμως ο Απόστολος Παύλος απευθυνόμενος στον μάγο Ελύμα

τον χαρακτηρίζει «εχθρό πάσης δικαιοσύνης, που δεν παύει να διαστρέφει

τους ίσιους δρόμους του Θεού».

Η Ελλαδική Εκκλησία, κλήρος και λαός, δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα

της εκκοσμίκευσης. Την υπερβαίνει γεωπολιτικά και τροπικά. Η πρόταση του

Σεβ. Ναυπάκτου είναι μόνο για να γίνεται συζήτηση. Μπορεί όμως και

οφείλει και η πιο ολιγάριθμη  Εκκλησία να ομολογεί προς κάθε κατεύθυνση

Χριστόν Αναστάντα και να έχει το θάρρος χωρίς υπολογισμούς να

διακηρύσσει τη διδασκαλία Του και να ελέγχει τους παραβαίνοντες τους

Ιερούς Κανόνες.

Τέλος το γραφέν από τον Σεβ. Ναυπάκτου, ότι «εντός των πυλών  μπορεί να

είναι και θεολόγοι και κληρικοί», που να έχουν «τις δικές τους απόψεις»

τί σημαίνει; Ότι «μπορεί» να υπάρχουν θεολόγοι και κληρικοί με  δικές

τους απόψεις για την ομοφυλοφιλία και για τον «γάμο» των ομοφυλόφιλων;

Ξέρει τέτοιους ο Σεβ.; Αν το υποθέτει και δημοσιοποιεί την υπόθεσή του

είναι λάθος του σοβαρό, εκκλησιολογικά και πνευματικά.  Αν γνωρίζει

τέτοιους κληρικούς και θεολόγους  όφειλε  να έχει ενημερώσει τα αρμόδια

όργανα της Ιεράς Συνόδου. Πάντως ακόμη και ως lapsus calami αν θεωρηθεί

το γραφέν  πρόκειται για «βόμβα», που απαιτεί εξήγηση...

Δεν γνωρίζω τα κίνητρα των όσων δυσερμήνευτων έγραψε ο Σεβ. Ναυπάκτου.

Θέλω να πιστεύω ότι τα έγραψε βιαστικά και δεν ξαναδιάβασε το κείμενό

του.

2.    Το πρώτο σχολείο θηλέων στην Αθήνα το 1824

  Μια πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία έγραψε σε καθημερινή εφημερίδα η κα

Μάρω Καρδαμίτση – Αδάμη, διακεκριμένη αρχιτέκτων και ομότιμη καθηγήτρια

του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Το πρώτο σχολείο θηλέων ιδρύθηκε

στην Αθήνα το 1824, διακόσια χρόνια πριν, ενώ ακόμη η Επανάσταση ήταν σε

εξέλιξη και η μετέπειτα πρωτεύουσα σε εμπόλεμη κατάσταση. Αξιοσημείωτο

δεν είναι μόνο το ίδιο το γεγονός, αλλά και το ότι αυτό ιδρύθηκε από την

Φιλόμουση Εταιρεία με δάσκαλο τον Νικηφόρο Νικητόπουλο, «έναν από τους

πιο αξιόλογους και φιλελεύθερους παιδαγωγούς της εποχής του», όπως τον

χαρακτηρίζει η κα Καρδαμίτση – Αδάμη.

Το σχολείο στεγαζόταν στο τζαμί του Παρθενώνα, δηλαδή τη βυζαντινή

εκκλησία που είχαν μετατρέψει οι Οθωμανοί σε τζαμί και σε αυτό φοιτούσαν

«52 κοράσια και άλλα τόσα μικρά αρσενικά παιδιά». Ενδιαφέρον παρουσιάζει

και η άποψη του π. Νικηφόρου για το σχολείο, όπως την μεταφέρει η

εκλεκτή καθηγήτρια:

«Έν σχολείον παρασταίνει συνεπτυγμένως έθνος ολόκληρον, δια τούτο πρέπει

να είναι οργανισμένον οπωσούν κατά πολιτικόν σύστημα ενός έθνους, όπου ο

μαθητής να συνηθίζει να διοικεί και να διοικείται». Σώζεται μια επιστολή

μαθητριών του Παρθενώνα προ τους εφόρους της Φιλομούσου Εταιρείας με

ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 1825. Σε αυτήν τα κορίτσια ζητούν να τους δοθεί

η άδεια να λαμβάνουν εις το σχολείο τις τρεις ελληνικές εφημερίδες, που

εκδίδονταν τότε, για να τις διαβάζουν».

Μετά από αυτά που μας ενημέρωσε η κα Αδάμη διερωτώμαι αν

«εκσυγχρονισμός» είναι η τωρινή κατάσταση στα σχολεία και δεν είναι η

πριν από δύο αιώνες θέληση των Ελληνόπουλων για ενημέρωση, μάθηση και

πρόοδο.

3.    Στη μνήμη του καθηγητού Σπυρίδωνος Τρωιάνου

Πριν από λίγο καιρό απεβίωσε ο καθηγητής Σπυρίδων Τρωιάνος (1933-2024),

ένας από τους πλέον διακεκριμένους Έλληνες νομομαθείς και ιστορικούς του

Δικαίου, όπως έγραψε στο Ψήφισμά της η Νομική Σχολή του Εθνικού και

Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σε αυτήν δίδαξε  από το 1971 έως

την αφυπηρέτησή του, το 2000. Από το 1985 και μετά αφοσιώθηκε στη

Διδασκαλία του Ελληνικού Δικαίου και ιδιαιτέρως του Βυζαντινού Δικαίου,

το οποίο καθιέρωσε ως αυτοτελώς διδασκόμενο κλάδο της ιστορίας του

Ελληνικού Δικαίου. Από τις πολλές σημαντικές και  ωφέλιμες για την

εθνική μας αυτοσυνειδησία επιστημονικές και ερευνητικές εργασίες  του

σημειώνεται η σε συνεργασία με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της

Φρανκφούρτης Ντίτερ Σιμόν υλοποίηση μελέτης και κριτικής έκδοσης

βυζαντινών νομικών πηγών, τόσο κοσμικής, όσο και εκκλησιαστικής

προέλευσης. Η μελέτη αυτή από το 1986 απέκτησε και αθηναϊκό κλάδο, που,

υπό τη διεύθυνση του Σπυρίδωνος Τρωιάνου, περιλαμβάνει 19 τόμους. Το

κύρος  και ο χαρακτήρας του εκλιπόντος καθηγητού έκαμε πολλούς φοιτητές

του να αγαπήσουν και να ασχοληθούν με το Βυζαντινό Δίκαιο.

Ευλογία θεωρεί ο γράφων τη γνωριμία του με τον Σπ. Τρωιάνο. Με

αιχμαλώτισε αμέσως με την απλότητά, την ευγένεια, τις γνώσεις, την

αυθεντία του και την ακεραιότητα του χαρακτήρα του. Η ζωή του ήταν

προσφορά στην Επιστήμη, στην Ορθόδοξη Εκκλησία και στον Ελληνισμό. Για

την προσφορά του στην ιστορία της επιστήμης του Δικαίου αναγορεύτηκε

επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Βιέννης και για την προσφορά

του στην Εκκλησία τιμήθηκε από τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και

Ιεροσολύμων και από την Εκκλησία της Ελλάδος. Δεν είναι περίεργο ότι δεν

τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αντίθετα είναι τίτλος τιμής.

Πάντοτε στη ζωή του ήταν λιτός, δεν επιδίωξε ποτέ αξιώματα και

διακρίσεις, δεν κολάκευσε ποτέ  και δεν θυσίασε ποτέ στο προσωπικό

συμφέρον, το Δίκαιο και την Αλήθεια. Στην με όλα τα μέσα επίθεση του

Φαναρίου σε βάρος των δικαίων της Εκκλησίας της Ελλάδος, στις αυταρχικές

συμπεριφορές Του και στις παράλογες απαιτήσεις Του, ο Σπ. Τρωιάνος

αντέτεινε με νηφαλιότητα τις κατοχυρωμένες επιστημονικά γνωμοδοτήσεις

του. Δεν είναι εύκολο χαρισματούχος και δυνάμενος να έχει πολλές

διακρίσεις και μεγάλη περιουσία νομικός, αν πουλούσε τις γνώσεις του, να

παραμείνει ζων με τη σύνταξή του, αλλά αξιοπρεπής και ακέραιος. Αιωνία η

μνήμη του Σπυρίδωνος Τρωιάνου.




 

 

Νεότερη Παλαιότερη