Του, Βασιλείου Δημ. Γεωργιόπουλου*
Το σφάξιμο των χοιρινών, είναι ένα έθιμο
πολύ παλιό, μια γιορτή για το χωριό μας, που γινόταν με την αρχή του Τριωδίου,
τις αποκριές.
Από την προηγούμενη ημέρα, είχαν γίνει οι
ετοιμασίες και είχαν ειδοποιηθεί οι συγγενείς και οι γείτονες να μη λείψει
κανένας την επόμενη ημέρα που θα έσφαζαν τα χοιρινά τους.
Πριν καλά φωτίσει το πρωί, είχαν έτοιμο
ένα καζάνι με θερμό νερό, έξω στην αυλή του σπιτιού. Όταν όλα είχαν ετοιμαστεί,
η νοικοκυρά την οποία εμπιστευόταν το χοιρινό λόγω της καθημερινής φροντίδας,
έφερνε το χοιρινό έξω στην αυλή και οι πιο νέοι το έπιαναν από τα πόδια και το
έριχναν κάτω. Αμέσως, ένας καθόταν πάνω στην κοιλιά του και με το μαχαίρι του
έκοβε το λαιμό, αφού προηγουμένως το σταύρωνε με το μαχαίρι, λέγοντας
«καλοφάγωτο και του χρόνου μεγαλύτερο και με υγεία». Συνήθιζαν να βάζουν στο
στόμα του χοιρινού ένα λεμόνι, για να υπάρχει μεγαλύτερη νοστιμιά στο κρέας
του.
Μετά την σφαγή έβγαζαν τον καρούτζο (καρωτίδα) και το έδιναν στην νοικοκυρά να το ψήσει, στα κάρβουνα. Όταν ψηνόταν, το έκοβε στο πιάτο και έδινε μεζέ στους ανθρώπους που μαδούσαν το γουρούνι.
Στη συνέχεια γιόμιζαν τα ποτήρια κρασί από τη μποτίλια και έπιναν χαιρετίζοντας.
Το σφαγμένο γουρούνι το ξάπλωναν πάνω σε ένα πρόχειρο χαμηλό τραπέζι που είχαν φτιάξει με σανίδες και άρχιζαν το μάδημα.
Ένας έριχνε πάνω στο γουρούνι θερμό νερό,
με ένα μικρό δοχείο και αμέσως το σκέπαζαν με ένα σακί για να μην κρυώσει από
τον αέρα. Ύστερα με κοφτερά μαχαίρια άρχιζαν να ξυρίζουν τις τρίχες σύρριζα.
Όταν τελείωνε η εργασία αυτή, έπλεναν καλά το χοιρινό και ο πιο ειδικός, το
άνοιγε και του έβγαζε όλα τα εντόσθια.
Στο τέλος της διαδικασίας η νοικοκυρά
τηγάνιζε το συκώτι του γουρουνιού με κρασί, για να γίνει πιο νόστιμο και όλοι
όσοι συμμετείχαν έτρωγαν κι έπιναν κρασί λέγοντας
ευχές.
Σειρά μετά είχε το επόμενο γουρούνι σε
άλλο σπίτι, όπου γινόταν η ίδια διαδικασία.
Τα μικρά παιδιά που παρευρίσκονταν στη σφαγή, περίμεναν με ανυπομονησία να πάρουν από το νοικοκύρη τη φούσκα του γουρουνιού για να την κάνουν μπάλα να παίξουν. Μέσα της έριχναν μερικά σπυριά καλαμποκιού, ώστε με το κούνημα να κάνει κάποιο θόρυβο.
Το σφαγμένο γουρούνι το κρεμούσαν στον πάτερο του σπιτιού για να στεγνωσει και για να παγωσει.
Μετά ο νοικοκύρης έκοβε σε φέτες το κρεμασμένο σφαγμένο χοιρινό, να το
αλατίσει για να το βράσουν την τσικνοπέμπτη και να φτιάξουν το ωραίο χωριάτικο
παστό και λουκάνικα.
Την άλλη μέρα, όλοι θα έτρωγαν τη νόστιμη
και καλοψημένη στο φούρνο οματιά.
Η οματιά είναι το παχύ έντερο του
γουρουνιού, γεμισμένο με κομμένο σιτάρι (πλιγούρι) και διάφορα μυρουδικά τις
λεγόμενες λέχουρδες. Τις επόμενες μέρες γέμιζαν τα λουκάνικα, ψιλά έντερα, με
μικρά – μικρά κομμάτια κρέας, μαζί με ψιλοκομμένες πορτοκαλόφλουδες και διάφορα
μπαχαρικά. Το υπόλοιπο κρέας το αλάτιζαν και κομμάτια – κομμάτια το έβαζαν σε
μεγάλα κοφίνια να σιτέψει.
Τη δεύτερη εβδομάδα και ιδίως την
τσικνοπέμπτη έφτιαχναν το παστό, έβραζαν το κρέας σε φρεσκογανωμένα λεβέτια.
Την πρωτοβουλία την είχαν οι γέροντες, που με την πείρα τους ήξεραν να
κανονίζουν τη φωτιά, για να βράσει και να τσιγαρισθεί καλά το κρέας. Τους
μεζέδες τους ανακάτευαν με ένα μεγάλο ξύλο για να θερμανθούν και να λιώσουν,
αλλά και να ψηθούν όλα κανονικά.
Σαν μισόβραζε έβγαζαν μεζέδες και
δοκίμαζαν, όσοι ήταν μαζεμένοι στην διαδικασία του παστού, έπιναν κρασί κι
εύχονταν στον νοικοκύρη καλοφάγωτο και του χρόνου.
Όταν τελείωνε το λιώσιμο, κατέβαζαν το
καζάνι από τη φωτιά και τοποθετούσαν τους μεζέδες μέσα στα κιούπια. Με το παστό
η οικογένεια είχε εξασφαλισμένο το κρέας της και σε κάθε έκτακτη περίπτωση
περιποιούνταν τους μουσαφίρηδες που θα έρχονταν στο σπίτι.
Στις μέρες μας ελάχιστοι είναι αυτοί που
διατηρούν αυτό το έθιμο, παραμένοντας όσο πιο πιστοί γίνεται στις παραδόσεις.
*Βιογραφικό:
Ο
Βασίλειος Γεωργιόπουλος του Δημητρίου και της Θεώνης, το γένος Πράσινου,
γεννήθηκε στο Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας στις 30 Μαρτίου 1977. Είναι παντρεμένος
με τη διαπρεπή Φιλόλογο Μαριάννα Γκρόγκου του Αδάμ και μαζί έχουν μια
ευτυχισμένη οικογένεια και διαμένουν στο Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας, που είναι
και τόπος της καταγωγής του και των προγόνων του.
Είναι
στρατιωτικός και έχει υπηρετήσει σε πάρα πολλές επιχειρησιακές Μονάδες, σε
ειρηνευτικές αποστολές και σε ιδιαίτερα απαιτητικές και υψηλές θέσεις, που του
έχουν ανατεθεί. Με υψηλό φρόνημα και επαγγελματισμό και πάντα ανταποκρινόμενος
με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο και γι’ αυτό έχει τιμηθεί με εύθυμες μνείες,
συγχαρητήρια, τιμητικά διπλώματα και μετάλλια.
Στον
ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με τη συγγραφή δοκιμίων και ιστορικών, λογοτεχνικών
και επιστημονικών βιβλίων, με την αρθρογραφία σε ενημερωτικές σελίδες και
διάφορα έντυπα, τόσο στον ηλεκτρονικό, όσο και στον έντυπο τύπο.
Ιδιαίτερη
αγάπη έχει για την πατρίδα μας, για την ιστορία, τα ήθη, τα έθιμα και τη
λαογραφία, για τη θρησκευτική ζωή και ιστορία, αλλά και για την βυζαντινή και
εκκλησιαστική μουσική, όπως και με τη συγγραφή διάφορων κειμένων, που
δημοσιεύονται και αναδημοσιεύονται σε πλήθος μέσων στην Ελλάδα, αλλά και στο
εξωτερικό.
Προσπαθεί
μέσα από την πένα του, τον πρωτοποριακό λόγο του και με τις διαχρονικές και
καινοτόμες ρηξικέλευθες ιδέες του, να αποτυπώσει και να δώσει ουσιαστικά και
πολύπλευρα μηνύματα για σεβασμό στις μεγάλες πανανθρώπινες αξίες, όπως η
ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η ανεξιθρησκία και η δημοκρατία, αλλά και
πίστη σε ιδανικά της αγάπης, της αλληλοβοηθείας, όπως έχει κηρύξει ο ορθόδοξος
χριστιανισμός, αφού ο σταυρός και ο ζωοποιός τάφος δείχνουν και φωτίζουν τον
δρόμο μας προς την ανάσταση.
Έχει
λάβει πάρα πολλές βραβεύσεις, πτυχία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και έχει
παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων, συνεδρίων, διαλέξεων, προγραμμάτων,
πιστοποιήσεων και επαγγελματικών καταρτίσεων της Ελλάδας και χωρών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ασχολείται
με την Φωτογραφία και συμμετέχει ενεργά σε επιστημονικά συνέδρια και σε
πολύπλευρες εκδηλώσεις.
Μέσα
από τις γονικές παρακαταθήκες και από τις διδαχές της ορθοδόξου πίστεως είναι
σταθερά και απαρέγκλιτα απέναντι σε κάθε αυθαιρεσία, καταστρατήγηση, παρανομία
και σε κάθε μορφή βίας, αδικίας, ατιμίας, ανομίας και θεωρώντας ότι μια
πολιτεία μπορεί να υπάρχει και να ζει όταν αποδέχεται τους νομούς «Dura lex,
sed lex». – Σκληρός νόμος, αλλά νόμος.
Βέβαια,
έχει ενσωματώσει και έχει κάνει βίωμα του την αξιοπρέπεια, την εντιμότητα, την
τιμιότητα, και την αλήθεια με στόχο την καλυτέρευση της κοινωνίας και της
αλλαγής της για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας και ιδιαιτέρως για τα παιδιά
μας.
Ιδιαίτερη
αγάπη και έντονο προβληματισμό έχει για το μέλλον της ιδιαίτερης πατρίδας του,
το ιστορικό Πλατύ Καλαμάτας Μεσσηνίας, και όχι μόνο, λόγω των συσσωρευμένων
προβλημάτων, που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια και γι’ αυτό δίνει
καθημερινό άοκνο αγώνα, προβάλλοντας τα προβλήματα, αλλά και δίνοντας λύσεις
που για πολλούς φαντάζουν επίπονες, αλλά είναι οι μοναδικές και ουσιώδεις, αλλά
όπως χαρακτηριστικά λέει «αν δεν σπάσεις αυγά ομελέτα δεν τρως».