Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου*
Φέτος εορτάζονται τα τετρακόσια χρόνια
από τη γέννηση του μεγάλου Γάλλου συγγραφέα Μολιέρου (1622-1673). Ο πρώτος που
μετάφρασε στα ελληνικά έργο του και συγκεκριμένα τον «Φιλάργυρο» ήταν ο λόγιος
παπάς και δάσκαλος του Γένους
Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων (1780-1857).
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στην
«Ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος», που έγραψε, χαρακτηρίζει τον Μολιέρο «μεγαλοφυΐα» και, σε
σχήμα υπερβολής, «εφάμιλλο του Αριστοφάνη». Μέσα από τις χαρακτηριζόμενες
κωμωδίες του ο Μολιέρος ασκεί αυστηρή κριτική στα κακώς έχοντα της κοινωνίας
της εποχής του και κάθε εποχής και κοινωνίας. Ο Κανελλόπουλος γράφει
χαρακτηριστικά ότι ο Μολιέρος με τις κωμωδίες του «μας κάνει πιο πολύ να
σκεπτόμαστε παρά να γελάμε». Παρά το ότι ορισμένοι, όπως οι Ρουσώ και Ντιντερό, άσκησαν αρνητική κριτική στο έργο του
Μολιέρου, η επιτυχία του έργου του αποδεικνύεται από το ότι τα έργα του
παίζονται αδιάκοπα από τον 17ο αιώνα έως τις ημέρες μας.
Ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ
Οικονόμων ήταν έγγαμος κληρικός, που είχε τιμηθεί με το οφίκιο του Οικονόμου
και είχε προσθέσει το «εξ Οικονόμων» επειδή και ο πατέρας του είχε το οφίκιο
του Οικονόμου, όπως και πολλές γενεές πίσω πρόγονοί του. Ήταν ιδιοφυής, με
ιδιαίτερη ικανότητα στην πρόσληψη και στη μετάδοση της εκκλησιαστικής και
κλασσικής παιδείας. Είχε επίσης ιεραποστολικό ζήλο, με εξαιρετική ικανότητα στη ρητορική και στο
κήρυγμα. Ακόμη διακρίθηκε στην αρίστη εκμάθηση ξένων γλωσσών, ιδιαίτερα της
γαλλικής. Νέος στην ηλικία μετέφρασε το κλασσικό έργο του Φενελόν «Οι
περιπέτειες του Τηλέμαχου», που θεωρήθηκε ότι ασκούσε κριτική στον τότε βασιλιά
της Γαλλίας.
Ο Οικονόμος επέλεξε από τα έργα του
Μολιέρου να μεταφράσει και να διασκευάσει προς την τότε ελληνική πραγματικότητα
το έργο του «Ο φιλάργυρος». Μεταξύ των άλλων, το όνομα του πρωταγωνιστή από «Harpagon» ( από την ελληνική λέξη «άρπαγας»)
το έκαμε «Εξηνταβελόνης», εξηγώντας ότι σημαίνει τον φιλάργυρο και μικροπρεπή
άνθρωπο, που λογαριάζει στα πάντα το συμφέρον του, «ως και το ψιλό βελώνι»,
κατά την κοινή έκφραση. Σημειώνει ακόμη ο Οικονόμος ότι επέλεξε τον
«Φιλάργυρο», ως παράδειγμα προς αποφυγή, γιατί αυτός «ούτε σύζυγος ευτυχής,
ούτε πατήρ αγαθός, ούτε δεσπότης επιεικής, ούτε σύντροφος ειρηνικός, ούτε απλός
πολίτης τίμιος μπορεί ποτέ να γένη ο φιλάργυρος». Και απευθυνόμενος στους
Έλληνες τους συμβουλεύει: «Φίλοι ομογενείς...όσοι με ανάλογη της δυνάμεώς σας χρηματική
δαπάνη δύνασθε κατά χρέος να ωφελείτε και τους οικείους σας και την πατρίδα,
παρατηρήσατε, σας παρακαλώ! Ποία είναι η ζωή και τα τέλη των φιλαργύρων, οι
οποίοι δεν αισθάνονται την εκ της ευποιίας ηδονήν, διότι ομοιάζουν στο άψυχο
και κωφό μέταλλο, το οποίο εξεύρουν να θησαυρίσουν, όχι όμως και να
μεταχειρισθούν...».
Ο λόγιος κληρικός Οικονόμος ούτε
οπαδός του γαλλικού διαφωτισμού ήταν, ούτε, φυσικά, άθεος. Κάποιοι τον
εντάσσουν στην ουσιαστικά ανύπαρκτη τότε αυτήν ομάδα. Είναι ένα από τα πολλά
μυθεύματα, που προέκυψαν μετά τη δεκαετία του 1950. Σημειώνεται ότι αντίθετη προς τη στάση του Οικονόμου έναντι
του Μολιέρου ήταν η αυτή του Βατικανού. Γράφει ο Παν. Κανελλόπουλος στο
προαναφερθέν σύγγραμμά του σχετικά: « Το Βατικανό δίστασε να δώσει την άδεια
για θρησκευτικό ενταφιασμό του Μολιέρου. Έφθασε κι ως την άρνηση. Μόνον ύστερα
από προσωπική παρέμβαση του Λουδοβίκου του ΙΔ΄ - παρέμβαση που την προκάλεσε η
χήρα του Μολιέρου πέφτοντας στα πόδια του – δέχθηκε το Βατικανό να γίνει, με
τους θρησκευτικούς τύπους, ο ενταφιασμός, αλλά κρυφά τη νύχτα. Οι αληθινοί
άνθρωποι του πνεύματος και ο μικρός λαός, που ξέρει – σε ορισμένες στιγμές –
νάναι συγκινητικά μέγας, περιστοίχισαν, μια νύχτα του 1673, το φέρετρο του
Μολιέρου, που πέθανε πενηνταενός ετών...». Τι σχέση έχει η συμπεριφορά του
Ορθοδόξου Χριστιανού Οικονόμου, που επαινεί τον Μολιέρο, με αυτή του Βατικανού;
Σημειώνεται εξάλλου ότι πρώτος
σχολίασε και εξέδωσε, με δική του δαπάνη, τα Άπαντα του Αριστοφάνη ο λόγιος Αρχιμανδρίτης
του Οικουμενικού Πατριαρχείου και σημαντικός διδάσκαλος του Γένους Νεόφυτος
Δούκας (1760-1845). Γράφει το 1845, στην «Ειδοποίηση» του, ο «Επίτροπος» της
έκδοσης Α. Κορομηλάς: « Του καλού καγαθού τούτου ανδρός (Σημ. γρ. εννοεί τον
Δούκα) η φιλάνθρωπος διάθεσις είναι να διανεμηθή και αυτός κατά τον πάρα πόδας
κατάλογον, εις τε το Ελληνικόν και το Οθωμανικόν Κράτος και όπου αλλού διδάσκεται
η Ελληνική φωνή». Στον «πάρα πόδας» κατάλογο γράφονται ως παραλήπτες όλα τα
σχολεία, οι βιβλιοθήκες, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι του απανταχού Ελληνισμού.
Ο Νεόφυτος Δούκας σχολίασε και εξέδωσε επίσης, πάντα με δική του δαπάνη, Όμηρο,
Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Πίνδαρο και άλλους.
Συμπέρασμα: Η ενασχόλησή
των Ορθοδόξων κληρικών Νεοφύτου Δούκα
και Κωνσταντίνου Οικονόμου με κοσμικούς
συγγραφείς δεν σημαίνει ότι ήσαν οπαδοί του διαφωτισμού, όπως τον εννοούν οι άθεοι αντιεκκλησιαστικοί κύκλοι
των ημερών μας.
Σύντομο βιογραφικό*
Ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος είναι
δημοσιογράφος και συγγραφέας. Ασχολείται κυρίως με την σύγχρονη ιστορία,
την ταυτότητα και την ιδιοπροσωπία των
Ελλήνων. Εργάσθηκε από το 1985 επί 25 χρόνια στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»,
με την οποία συνεργάζεται ως αρθρογράφος έως και σήμερα. Διευθυντής της
εφημερίδας "Ταυτότητα" και αρχισυντάκτης του περιοδικού "
Πολιτική Εποπτεία". Σπούδασε Χημεία και Θεολογία στο Πανεπιστήμιο των
Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκε στην Ελλάδα, στην Ελβετία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε
θέματα κοινωνικών σχέσεων, διοίκησης επιχειρήσεων και ελέγχου ποιότητας. Έχει
συγγράψει δέκα βιβλία, μεταξύ των οποίων το ιστορικό μυθιστόρημα για το δράμα
των Ελλήνων της Μικράς Ασίας: «Μέρες Αποκάλυψης στην Ιωνία» και τις
δημοσιογραφικές έρευνες και μελέτες «Γιώργος Σαραντάρης, ο άνθρωπος, ο ποιητής,
ο διανοούμενος», «Εμφύλιες μάχες ιδεών», "Πώς γράφεται ο Εμφύλιος",
"Περί ανεξιθρησκείας" και "Διαφωτισμός και
Ελληνισμός".
Επίσης συνεργάζεται ως αρθρογράφος έως και σήμερα με την έγκυρη ανεξάρτητη ενημερωτική σελίδα μας «ΠΛΑΤΥ – ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ – ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ».