Σε μια στιγμή υψηλού συμβολισμού για
την ενότητα της Εκκλησίας ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο
Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος συλλειτούργησαν το πρωί στη Μητρόπολη Αθηνών για τα
Εισόδια της Θεοτόκου. Ο Πατριάρχης έκανε λόγο για τη σύμπλευση με την Εκκλησία
της Ελλάδος, με τον Αρχιεπίσκοπο να ανταποδίδει με τη στήριξη του στον
Οικουμενικό Θρόνο.
Με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο
και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο συλλειτούργησαν οι
Μητροπολίτες, Σάμου και Ικαρίας κ. Ευσέβιος, Γέρων Χαλκηδόνος κ. Εμμανουήλ,
Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος, Γερμανίας κ. Αυγουστίνος, Μεγάρων και Σαλαμίνος κ.
Κωνσταντίνος και Αδριανουπόλεως κ. Αμφιλόχιος, ενώ παρέστησαν συμπροσευχόμενοι
Αρχιερείς του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς
και ο Μητροπολίτης Γουινέας κ. Γεώργιος, εκπρόσωπος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας
στην Αθήνα και ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ Γρίβας.
Παρέστησαν, ακόμη, υπουργοί, οι
τοπικές αρχές, Διευθυντές υπηρεσιών της Ιεράς Συνόδου και της Αρχιεπισκοπής, ο
πολιτικός διοικητής του Αγίου Όρους, κλήρος και λαός.
Μετά
την ολοκλήρωση της Θείας Λειτουργίας, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, αφού
καλωσόρισε τον Οικουμενικό Πατριάρχη και του ευχήθηκε για τα τριάντα χρόνια από
την ανάρρησή του στον Πατριαρχικό Θρόνο, τόνισε:
«Παναγιώτατε,
σας υποδεχόμεθα σήμερα ως τον Πατριάρχη του Γένους των Ορθοδόξων. Ως τον
‘'άγγελο'' που προσωποποιεί τον πάνσεπτο Οικουμενικό Θρόνο, ο οποίος έχει να
επιδείξει μια συνεχή διαδοχή και ακτινοβολία παγκόσμια, αλλά εν ταυτώ και
μαρτυρική πορεία προς την Βασιλεία του Θεού.
Ενώπιον του σεπτού λειψάνου του
ιερομάρτυρος προκατόχου σας, Αγίου Γρηγορίου του Ε', οφείλουμε, ιδιαιτέρως
φέτος που στην πατρίδα μας εορτάζουμε τα 200 έτη από την Εθνική Παλιγγενεσία
μας, να υπογραμμίσουμε τη συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη διατήρηση
της πίστης και της ταυτότητας των υπόδουλων Ρωμιών. Και οι Πανέλληνες είμεθα
ευγνώμονες προς το Πατριαρχείο μας γι' αυτό».
Ακολούθως, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων,
στην πολύπλευρη και σημαντική προσφορά του Οικουμενικού Πατριάρχη και εξέφρασε
τον αμέριστο σεβασμό, την αγάπη και τη στήριξη της Εκκλησίας της Ελλάδας:
«Αναγνωρίζουμε, ακόμη, ότι ο
Οικουμενικός Θρόνος είναι εκείνος που τιμήθηκε με την παρουσία πολλών Αγίων
Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι διαμόρφωσαν την Ορθόδοξη Θεολογία, όπως και
εξεχουσών εκκλησιαστικών φυσιογνωμιών που διηκόνησαν το μυστήριο της ενότητος
των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Μεταξύ αυτών των εκκλησιαστικών ανδρών, τα
τελευταία τριάντα χρόνια, επικεφαλής του Θρόνου ευρίσκεται η Παναγιώτητά σας. Η
προσφορά σας είναι πολύπλευρη και σημαντική:
Ο ευαγγελισμός ενός τρόπου ζωής, που
στοχεύει, μεταξύ άλλων, στον αγώνα και την αγωνία για τη στερέωση της
πανορθοδόξου ενότητος, σύμφωνα με την παράδοση και την κανονική τάξη της
Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Η διαρκής μαρτυρία του ορθοδόξου ήθους
και του τρόπου ζωής που χαρακτηρίζει τον εκκλησιαστικό χώρο της Ανατολής.
Η ενδυνάμωση του Οικουμενικού
Πατριαρχείου με νέα και ελπιδοφόρα στελέχη.
Η ιδιαίτερη φροντίδα προς τα ιερά
σεβάσματα της πίστεως και του γένους, τα οποία σας κληροδότησαν οι αοίδιμοι
προκάτοχοί σας Πατριάρχες και σεις επαναφέρατε ‘'εις το αρχαίον κάλλος''.
Και πλείστα όσα ακόμη, τα οποία
γνωρίζει και μαρτυρεί ολόκληρος ο ορθόδοξος κόσμος.
Για όλους αυτούς τους λόγους και για
πολλούς ακόμη που η ώρα δεν επιτρέπει να προσθέσουμε, έχετε και θα συνεχίσετε
να έχετε, ως Ηγούμενος της Πρωτόθρονης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, τον
αμέριστο σεβασμό, την αγάπη και την ολοπρόθυμη στήριξή μας», πρόσθεσε.
Τέλος, του πρόσφερε ως αναμνηστικό
δώρο ένα Ευαγγέλιο.
Στην
αντιφώνησή του, μεταξύ άλλων, ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας ευχαρίστησε τον
Μακαριώτατο και την Εκκλησία της Ελλάδος κι εξέφρασε τη χαρά του για την
πρόσκληση. Εν συνεχεία, έκανε αναφορά στην πανδημία και στη συγκινητική θυσία
των γιατρών και του υγειονομικού προσωπικού, ενώ επισήμανε πως συμπαρίσταται
στο έργο της Πολιτείας.
«Διαβεβαιούμεν υμάς ότι η σκέψις ημών
ευρίσκεται πάντοτε μετά του ελληνικού λαού και ταπειναί αλλά διάπυροι ευχαί
αναπέμπονται τω Κυρίω προς άρσιν της αδοκήτου και ανθεκτικής, δυστυχώς,
μάστιγος της πανδημίας, ίνα άπαντες εξέλθουν της κρίσεως με τας ολιγωτέρας
δυνατάς ταλαιπωρίας και απωλείας. Συμμεριζόμεθα το δύσκολον και κοπιώδες έργον
της Πολιτείας διά την αντιμέτωπισιν εκ της δυσχερούς ταύτης περιστάσεως,
προσπάθειαν, η οποία απαιτεί γνώσιν, σύμπνοιαν, συστράτευσιν, ικανάς θυσίας των
θεραπόντων ιατρών και των υγιεινομικών λειτουργών και υπομονήν διαρκείας»,
τόνισε.
Επιπρόσθετα, μίλησε για την ενότητα
των δύο Εκκλησιών, ακόμη και αν κάποιες στιγμές υπήρξαν δυσκολίες: «Γεμίζει από
ευφροσύνην και ειρήνην την ψυχήν ημών το γεγονός ότι η παρουσία ημών ενταύθα,
εν τω Καθεδρικώ Ναώ της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, αισθητοποιεί και αναγγέλλει τοις
εγγύς και τοις μακράν απανταχού, την θεμελιώδη και άρρηκτον ενότητα της Μητρός
Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και της πεφιλημένης θυγατρός αυτής. Είναι γεγονός
ότι ενίοτε υπήρξαν και νεφύδρια επί τας κεφαλάς ημών, όμως ταύτα δεν έφερον
καταστρεπτικούς υετούς αλλά μόνον δρόσον και βροχήν και ευφορίαν των πνευματικών
καρπών και γόνιμον διάλογον και συμπόρευσιν εις τα μείζονα θέματα της
Ορθοδοξίας, ως απεδείχθη και κατά την περίοδον της πρωθιεραρχικής Υμών
διακονίας, Μακαριώτατε, διά της προθύμου και λίαν επωφελούς, συμμετοχής της
Εκκλησίας της Ελλάδος εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον της Ορθοδόξου Εκκλησίας
και διά της εκ των πρώτων συνταυτίσεως και εναρμονίσεως μεθ' ημών εις το ζήτημα
της προσφάτως αποδοθείσης αυτοκεφαλίας εις την Εκκλησίαν της Ουκρανίας.
Υπερέβημεν εις εκάστην περίπτωσιν τα
ανακύψαντα προβλήματα εις τας σχέσεις ημών, αποδεικνύοντες τον ιερόν και
ακατάλυτον σύνδεσμον ημών. Η εν τη του Κωνσταντίνου ευσεβής πηγή της Ορθοδοξίας
και του Γένους ήρδευσεν επί αιώνας και δη κατά τα δίσεκτα εκείνα έτη τον
εκκλησιαστικόν αγρόν της Ελλάδος, διετήρησε την πίστιν και το φρόνημα, διέσωσε
την ορθόδοξον ημών ταυτότητα και εν τέλει εξήγαγε τα εκείσε -τα ενταύθα- τέκνα
αυτής εις αναψυχήν. Διό και, ως έγραφε προ ετών η καθ' Υμάς, Μακαριώτατε,
Συνοδική Επιτροπή Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων υπό τον μακαριστόν
Κορίνθου Παντελεήμονα, ο ελληνικός λαός ‘'είναι εξαιρετικώς ευαίσθητος εις ό,τι
αφορά εις την αγάπην και τον σεβασμόν του προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην''.
Και αναφερομένη η Επιτροπή εις την προηγηθείσαν τότε επίσκεψιν ενταύθα του
αοιδίμου προκατόχου ημών Δημητρίου, υπεγράμμιζεν ότι ‘'η μοναδική και
μεγαλειώδης υποδοχή αυτού υπήρξεν ο στέφανος της Εκκλησίας της Ελλάδος και του
ελληνικού λαού και απόδοσις όλης της μεγάλης οφειλομένης τιμής προς την Τροφόν
και Μητέρα του Γένους, το πάνσεπτον Οικουμενικόν Πατριαρχείον», τόνισε.
Τέλος, πρόσφερε στον Αρχιεπίσκοπο
Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο ως δώρο εγκόλπια.