«Καθαρίζουν»
με το αδίκημα της δωροδοκίας τα πρώην στελέχη του ΟΤΕ που κατηγορούνται για τις
διαδρομές του «βρόμικου χρήματος» από τα ταμεία της Siemens για την επίδικη
σύμβαση ψηφιοποίησης των κέντρων του Οργανισμού.
Μετά την εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα, η
εισαγγελέας της έδρας Ελένη Σκεπαρνιά επανήλθε με νέα πρότασή της ενώπιον του
Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, όπου εκδικάζεται η υπόθεση,
προτείνοντας αυτήν τη φορά την απαλλαγή των 11 πρώην στελεχών του ΟΤΕ από την
πράξη της δωροδοκίας υπαλλήλου, για τα οποία αρχικά είχε ζητήσει την ενοχή
τους, θεωρώντας μάλιστα πως «η ζημία του Οργανισμού από την επίμαχη σύμβαση
είναι κατά πολύ μεγαλύτερη από τα 69
εκατ. ευρώ που φέρονται ότι διατέθηκαν σε “μίζες”», εξαιτίας «της πλημμελούς
άσκησης των καθηκόντων τους».
Η εισαγγελέας άφησε μάλιστα αιχμές σε βάρος του
νομοθέτη για τις εν λόγω διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που «βγάζουν λάδι» τα
πρώην στελέχη του ΟΤΕ αλλά και της Siemens. Αιτία είναι η μετατροπή σε
πλημμέλημα της πράξης της ενεργητικής δωροδοκίας των στελεχών της Siemens, αν
και ο γερμανικός κολοσσός, όπως και οι άλλες μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες,
όπως είπε, «είναι ο ισχυρός κρίκος της αλυσίδας διαφθοράς για τον εκμαυλισμό
των υπαλλήλων».
Σύμφωνα λοιπόν με διάταξη του νέου Ποινικού
Κώδικα, η κα Σκεπαρνιά υποστήριξε ότι έχει εξαλειφθεί λόγω παραγραφής η
αξιόποινη πράξη της δωροδοκίας υπαλλήλου για τα πρώην στελέχη του ΟΤΕ. Και αυτό
γιατί, σύμφωνα με αυτή, ο υπάλληλος του
ΟΤΕ δεν είναι πλέον δημόσιος υπάλληλος. Ωστόσο, κατά την κρίση της, οι πράξεις
της δωροδοκίας «δεν κατέστησαν ανέγκλητες γιατί συνιστούν αδίκημα στον ιδιωτικό
τομέα σε βαθμό πλημμελήματος». Και σ’ αυτήν την περίπτωση όμως το αδίκημα έχει
υποπέσει σε παραγραφή.
Για αυτόν τον λόγο πρότεινε την απαλλαγή όλων των
κατηγορουμένων υπαλλήλων του ΟΤΕ και στελεχών της Siemens, Ελλήνων και
Γερμανών, κρίνοντας πως η πράξη της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα έχει
υποπέσει σε παραγραφή λόγω παύσης της ποινικής δίωξης.
Η εισαγγελέας της έδρας ζήτησε, πάντως, την ενοχή
των 22 από τους 54 κατηγορουμένους στην υπόθεση των «μαύρων ταμείων» της
Siemens για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα
κατ’ επάγγελμα. Μεταξύ αυτών οι Μιχάλης Χριστοφοράκος, Χρήστος Καραβέλλας,
Πρόδρομος Μαυρίδης, Αλέξανδρος Αθανασιάδης, Γιώργος Σκαρπέλης και τα τραπεζικά
στελέχη Φάνης Λυγινός και Ζαν Κλοντ Όσβαλντ.
Για τον πρώην στρατηγό του ΠΑΣΟΚ Θεόδωρο Τσουκάτο,
η εισαγγελέας υποστήριξε ότι δεν αποδείχθηκε ότι τέλεσε το αδίκημα της
συνέργειας σε δωροδοκία υπαλλήλων του ΟΤΕ, αφού, σύμφωνα με την άποψή της, δεν
αποδείχθηκε ότι τα χρήματα κατέληξαν σε υπαλλήλους του ΟΤΕ ή στα ταμεία του
κόμματος, όπως εκείνος ισχυρίζεται. Σύμφωνα με την εισαγγελική λειτουργό, «η
τελική κατάληξη των χρημάτων ήταν είτε ο ίδιος ο Θ. Τσουκάτος είτε άλλο τρίτο
πρόσωπο». Άρα, το αδίκημα σε βάρος του έχει παραγραφεί, είπε η εισαγγελέας.
Η εισαγγελική πρόταση δέχτηκε, ωστόσο, τις «βολές»
των συνηγόρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων, καθώς, όπως υποστηρίζουν, η
δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, για την οποία η εισαγγελέας υποστήριξε ότι
υφίσταται ως αδίκημα αν και παραγεγραμμένο, θεσμοθετήθηκε το 2007, ενώ οι
πράξεις που αποδίδονται στους κατηγορουμένους «φθάνουν» χρονικά μέχρι το 2005.