Γράφει
η Μάρω Σιδέρη
Δεν υπάρχει νομίζω χειρότερη καταδίκη από τον
άνθρωπο που ζει σε έναν κόσμο, όπου το φαίνεσθαι υπερισχύει του είναι, όπου η
αξία ενός ανθρώπου δεν κρίνεται από τις πράξεις του αλλά από την εικόνα του και
μάλιστα στην πιο ασήμαντη μορφή της. Δυστυχώς όμως η μνήμη μας αποθηκεύει
καλύτερα έναν ασήμαντο άνθρωπο που φαίνεται σημαντικός από έναν σημαντικό
άνθρωπο που φαίνεται ασήμαντος. Θέλεις παράδειγμα; Η περίπτωση της Πανωραίας
Χατζηκώστα- Αϊβαλιώτη , της πάμπλουτης αρχόντισσας από τα παράλια της Μ. Ασίας,
η οποία χρησιμοποιείται έως σήμερα με διάθεση ειρωνείας και ευτελισμού, επειδή
η ταπεινή της εικόνα κέρδισε την αθανασία σε βάρος της ψυχής και της
προσωπικότητάς της. Είναι πιθανόν να ισχυριστείς πως το όνομά της δε θυμίζει
τίποτε, ούτε καλό, ούτε κακό! Έτσι είναι ακριβώς: παρά τη συγκλονιστική της
παρουσία, το αληθινό όνομά και η ιστορία της χάθηκαν στο χρόνο κι έμεινε το
προσωνύμιο της , που μάλιστα είναι στις μέρες μας γνωστό σαν υποτιμητικός
χαρακτηρισμός: κι όμως η Πανωραία Χατζηκώστα- Αϊβαλιώτη , παρέμεινε σ’ όλη της
τη ζωή ένας υπερήφανος και γενναίος άνθρωπος, μια αληθινή Αρχόντισσα: όταν το
1821 οι Τούρκοι κατέστρεψαν τις Κυδωνιές, μέσα σε μια στιγμή έχασε τον άνδρα
της Κώστα Αϊβαλιώτη, και τα παιδιά της, κατέληξε πρόσφυγας στα Ψαρά κι απ’ εκεί
στο Ναύπλιο, κι έγινε γνωστή ως η γυναίκα του Κώστα από τα Ψαρά, ή αλλιώς
Ψαροκώσταινα: μια αρχόντισσα που έγινε ζητιάνα και πλύστρα, κουβαλώντας τον
πόνο για την απώλεια των αγαπημένων της, μα που παρέμεινε αρχόντισσα ακόμα και
με τα ρούχα της ζητιάνας. Μια ζητιάνα που ταπείνωσε τους άρχοντες και έγινε
σημαιοφόρος του Πατριωτισμού: όταν το 1826 ζητήθηκε από τους Έλληνες να
συνδράμουν για την ενίσχυση των πολιορκημένων του Μεσολογγίου, η Πανωραία
Χατζηκώστα- Αιβαλιώτη,που είχε γίνει Ψαροκώσταινα και τελικά Ψωροκώσταινα,
πλησίασε πρώτη κι πρόσφερε ό,τι είχε κερδίσει ζητιανεύοντας και κάνοντας
ευκαιριακές δουλειές, σε έναν σπάνιο συνδυασμό παρρησίας και απλότητας. Τα
λόγια της, καθώς έδινε τον οβολό της στον Αγώνα, τάραξαν τις συνειδήσεις όσων
έγιναν μάρτυρες στη σκηνή: «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι
κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι». Με τη
μεγαλειώδη "τιποτένια" προσφορά, φιλοτιμήθηκαν οι αξιότιμοι άρχοντες
και στήριξαν την προσπάθεια, από ντροπή που η ζητιάνα είχε φανεί γενναιόδωρη σε
αισθήματα και δώρα. Μετά τον αγώνα, η ζητιάνα Ψωροκώσταινα, έδωσε κι άλλα στο
νεοσύστατο Κράτος: όταν ο Καποδίστριας ίδρυσε στην Αίγινα το ορφανοτροφείο για
τα παιδιά του πολέμου, η Ψωροκώσταινα δε δίστασε να προσφέρει τις υπηρεσίες της
εκεί, πλένοντας τα ρούχα τους, ως το τέλος της ζωής της. Όταν πέθανε, κατά τη
συνηθισμένη της τακτική η Πολιτεία δεν την αφιέρωσε ούτε ένα λουλούδι. Λες και
δεν άξιζε ένα λουλούδι η γυναίκα που φρόντισε με όλες τις δυνάμεις τα ορφανά
της Ελλάδας. Κι όμως δεν έφυγε άκλαυτη η Ψωροκώσταινα, ούτε έφυγε σαν
Ψωροκώσταινα: έφυγε ως Παν-ωραία, συνοδευόμενη από το θρήνο των παιδιών που
είχαν χάσει τη "γιαγιά τους". Έπειτα, σαν χάθηκε και αυτή η γενιά των
ορφανών, η προσφορά της Πανωραίας Χατζηκώστα- Αϊβαλιώτη, χάθηκε μέσα στους
αιώνες και κατά τη συνήθεια των Ελλήνων - που φτάνει δυστυχώς ως τις μέρες μας-
αυτό που άντεξε στο χρόνο είναι η τελευταία της εικόνα: αυτή της φτωχής
πλύστρας.
Για όλους εμάς, τους σύγχρονους και δήθεν
πολιτισμένους συνεχιστές εκείνων των ανθρώπων, το προσωνύμιο της Αϊβαλιώτη
έγινε ειρωνεία: Ψωροκώσταινα δε σημαίνει απλώς την φτωχή Ελλάδα αλλά την Ελλάδα
που στερείται πολιτισμού, αξιοπρέπειας και σημασίας. Κι όμως, μακάρι να είμαστε
σαν την Ψωροκώσταινα: μια χώρα από αξιοπρεπείς ανθρώπους που ακόμα και στη
δυστυχία μας, στηρίζουμε το διπλανό μας με όλες τις μικρές μας δυνάμεις. Το
πρόβλημα δεν είναι ότι είμαστε Ψωροκώσταινα αλλά ότι δεν είμαστε σαν εκείνη τη
ζητιάνα αρχόντισσα. Κι όχι μόνο δεν είμαστε αλλά έχουμε και το θράσος να
ειρωνευόμαστε χρησιμοποιώντας το όνομά της, και την απαιδευσία να μην
αντιλαμβανόμαστε πως το να είσαι Ψωροκώσταινα δεν αποτελεί ύβρη αλλά τίτλο
ύψιστης τιμής!
www.eptalofos.gr